Το «καμάρα» ανακατευθύνει εδώ. Για άλλες χρήσεις, δείτε: καμάρα (αποσαφήνιση).

Η αψίδα είναι αρχιτεκτονική κατασκευή η οποία δημιουργεί άνοιγμα στον χώρο ενώ ταυτόχρονα υποστηρίζει βάρος (π.χ. θύρα σε πέτρινο τοίχο). Οι αψίδες άρχισαν να εμφανίζονται στη δεύτερη χιλιετία π.Χ. στην πλίθινη αρχιτεκτονική της Μεσοποταμίας. Η συστηματική χρήση τους ξεκίνησε από τους Ρωμαίους οι οποίοι ήταν οι πρώτοι που εφάρμοσαν την τεχνική αυτή σε ευρύ φάσμα οικοδομημάτων.

Πέτρινη αψίδα
1. Πέτρα "κλειδί" 2. Αψιδόλιθος (θολίτης) 3. Εξωράχιο 4. Επίκρανο 5. Εσωράχιο 6. Ανύψωση 7. Καθαρό άνοιγμα 8. Αντέρεισμα

Στην Ευρώπη, την ημικυκλική αψίδα διαδέχτηκε η οξυκόρυφη γοτθική αψίδα ή γοτθική κυκλική αψίδα (αγγλ. ogive) της οποίας ο άξονας (centreline) του τόξου ακολουθεί πιο πιστά τις δυνάμεις σύνθλιψης, επιτυγχάνοντας έτσι μεγαλύτερη αντοχή. Η ημικυκλική αψίδα μπορεί να εξομαλυνθεί ώστε να παραχθεί ελλειπτική αψίδα, όπως στη γέφυρα Πόντε Σάντα Τρινιτά (Ponte Santa Trinita) στη Φλωρεντία. Σήμερα είναι πια γνωστό πως οι θεωρητικά δυνατότερες μορφές αψίδας είναι η παραβολική και η αλυσσοειδής. Στην οικοδομική, οι παραβολικές αψίδες πρωτοχρησιμοποιήθηκαν από τον Ισπανό αρχιτέκτονα Αντόνιο Γκαουντί, ο οποίος θαύμαζε το δομικό σύστημα του γοτθικού ρυθμού, εκτός από τα αντερείσματα που χρησιμοποιεί, τα οποία αποκαλούσε περιφρονητικά «αρχιτεκτονικά δεκανίκια». Οι αλυσσοειδείς και παραβολικές αψίδες μεταφέρουν όλες τις οριζόντιες δυνάμεις στη θεμελίωση και γι αυτό τον λόγο δεν χρειάζονται πρόσθετα στοιχεία.

Η πεταλοειδής αψίδα βασίζεται στην ημικυκλική αψίδα, αλλά τα χαμηλότερα άκρα της προεκτείνονται κι κι άλλο γύρω από τον κύκλο μέχρι να αρχίσουν να συγκλίνουν. Οι πρώτες γνωστές πεταλοειδείς αψίδες που γνωρίζουμε προέρχονται από το βασίλειο της Αξώμης (σημ. Αιθιοπία και Ερυθραία) γύρω στον 3ο-4ο αι. μ.Χ., περίπου την ίδια εποχή με τα πρωιμότερα παραδείγματα στη ρωμαϊκή Συρία, υποδεικνύοντας έτσι αξωμιτική ή συριακή προέλευση αυτού του τύπου αψίδας.[1]

 
Ρωμαϊκή αψίδα στην Όστια, το επίνειο της αρχαίας Ρώμης

Οι πραγματικές αψίδες, αντίθετα από τους προβόλους, ήταν γνωστές σε διάφορους πολιτισμούς της ανατολικής Μεσογείου και του Μεξικού αλλά η χρήση τους ήταν σπάνια και περιοριζόταν σε υπόγειες κατασκευές, όπως οι αποχετεύσεις, όπου το πρόβλημα των πλευρικών καταπονήσεων είναι πολύ περιορισμένο.[2] Σπάνια εξάιρεση είναι η πύλη, στην Ασκαλώνα (Ασκελόν) του Ισραήλ, η οποία χρονολογείται στην εποχή του Χαλκού, περί το 1850 π.Χ.[3] Πρώιμο παράδειγμα αψίδας με θολίτες εμφανίζεται στην αρχαία ελληνική πεζογέφυρα της Ρόδου.[4] Το 2010, ανακαλύφθηκε από ρομπότ ένας μεγάλος αψιδωτός διάδρομος κάτω από την πυραμίδα του Κουετζαλκοάτλ, η οποία βρίσκεται στην αρχαία πόλη Τεοτιχουακάν, βορείως της Πόλης του Μεξικού. Ο διάδρομος αυτός χρονολογείται στο 200 μ.Χ.[5]

Οι αρχαίοι Ρωμαίοι, οι οποίοι έμαθαν την αψίδα από τους Έλληνες και τους Ετρούσκους, τη βελτίωσαν και ήταν οι πρώτοι που αξιοποίησαν πλήρως τις δυνατότητές της σε υπέργειες κατασκευές.

Οι Ρωμαίοι ήταν οι πρώτοι κατασκευαστές στην Ευρώπη, ίσως και στον κόσμο, οι οποίοι αναγνώρισαν τα πλεονεκτήματα της αψίδας, του θόλου και του τρούλου.[6]

Σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, οι μηχανικοί τους ανήγειραν αψιδωτές κατασκευές όπως γέφυρες, υδραγωγεία και πύλες. Επίσης, εισήγαγαν τη θριαμβική αψίδα ως τύπο στρατιωτικού μνημείου. Οι θόλοι άρχισαν να χρησιμοποιούνται για τη στέγαση μεγάλων εσωτερικών χώρων όπως οι αίθουσες και οι ναοί, ενώ ανάλογη χρήση είχαν και οι τρουλωτές κατασκευές, από τον 1ο αιώνα π.Χ. κ.ε.

Η τμηματική αψίδα πρωτο-χρησιμοποιήθηκε από τους Ρωμαίους, οι οποίοι συνειδητοποίησαν ότι η αψίδα μιας γέφυρας δεν είναι απαραίτητο να σχηματίζει ημικύκλιο,[7][8] όπως η γέφυρα του Alconétar ή η Πόντε Σαν Λορέντζο. Επίσης τις χρησιμοποίησαν συστηματικά στην κατασκευή κατοικιών, όπως στην αρχαία Όστια (βλ. εικόνα).

Κατασκευή

Επεξεργασία

Ο προβληματισμός γύρω από τον τρόπο κατασκευής της αψίδας ξεκινά από το γεγονός ότι αυτή απαιτεί τη συγκράτηση όλων των στοιχείων της μεταξύ τους. Μια λύση είναι η κατασκευή καλουπιού (παραδοσιακά, ξύλινου) το οποίο ακολουθεί με ακρίβεια το εσωτερικό της αψίδας. Αυτή η μέθοδος είναι γνωστή ως κεντράρισμα (αγγλ. centring). Οι θολίτες τοποθετούνται πάνω στο καλούπι μέχρι να συμπληρωθεί η αψίδα και να μπορεί να στηρίζεται μόνη της. Για αψίδες με ύψος μεγαλύτερο από του ανθρώπου, χρειάζονται έτσι κι αλλιώς σκαλωσιές για τους χτίστες, οι οποίες μπορούν να συνδυαστούν με τη στήριξη της αψίδας. Κάποιες φορές, οι αψίδες καταρρέουν, όταν αφαιρείται το καλούπι, λόγω εσφαλμένου σχεδιασμού ή κατασκευής. Το εσωτερικό μέρος και η χαμηλότερη γραμμή ή τόψο της αψίδας ονομάζεται εσωράχιο.

Οι παλιές αψίδες χρειάζονται μερικές φορές ενίσχυση λόγω της φθοράς των κλειδιών τους, σχηματίζοντας τις αποκαλούμενες φαλακρές αψίδες (αγγλ. bald arch)

Στις παρακάτω εικόνες παρατίθενται οι διάφοροι τύποι αψίδων, σε κατά προσέγγιση χρονολογική σειρά.

Αψίδες ανά τον κόσμο

Επεξεργασία

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Stuart Munro-Hay, Aksum: A Civilization of Late Antiquity. Edinburgh University Press, σ.199.
  2. Rasch 1985, σελ. 117.
  3. Oldest arched gate in the world restored Αρχειοθετήθηκε 2012-01-21 στο Wayback Machine. (Αγγλικά).
  4. Galliazzo 1995, σελ. 36; Boyd 1978, σελ. 91.
  5. Teotihuacan ruins explored by a robot, AP report in the Christian Science Monitor, November 12, 2010 (Αγγλικά).
  6. Robertson, D.S.: Greek and Roman Architecture, 2nd edn., Cambridge 1943, σ.231.
  7. Galliazzo 1995, σελίδες 429–437
  8. O’Connor 1993, σελ. 171
  • Boyd, Thomas D. (1978), «The Arch and the Vault in Greek Architecture», American Journal of Archaeology 82 (1): 83–100 (91), doi:10.2307/503797 
  • Galliazzo, Vittorio (1995), I ponti romani, Vol. 1, Treviso: Edizioni Canova, ISBN 88-85066-66-6 
  • O’Connor, Colin (1993), Roman Bridges, Cambridge University Press, ISBN 0-521-39326-4 
  • Rasch, Jürgen (1985), «Die Kuppel in der römischen Architektur. Entwicklung, Formgebung, Konstruktion», Architectura 15: 117–139 
  • Roth, Leland M (1993). Understanding Architecture: Its Elements History and Meaning. Oxford, UK: Westview Press. ISBN 0-06-430158-3.  σσ.27–8

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία