Λουδοβίκος Α΄ του Βω

Βαρόνος του Βω

Ο Λουδοβίκος Α΄ (1249/50 - 1302) ήταν βαρόνος του Βω (1286-1302). Είχε επιτυχημένη στρατιωτική σταδιοδρομία. Ταξίδεψε στις Αυλές του Λονδίνου, του Παρισιού και της Νάπολης. Ο Γερμανός βασιλιάς του επέτρεψε να κόβει νομίσματα.

Λουδοβίκος Α΄
Ο θυρεός της Σαβοΐας
βαρόνος του Βωντ
Περίοδος1286 - 1302
ΠροκάτοχοςΘωμάς Α΄
ΔιάδοχοςΛουδοβίκος Β΄
Γέννηση1249/50
Θάνατος1302 (52-53 ετών)
Νάπολη
ΣύζυγοςΙωάννα του Μονφόρ
ΕπίγονοιΛουδοβίκος Β΄
ΟίκοςΣαβοΐας
ΠατέραςΘωμάς Β΄
ΜητέραΒεατρίκη Φιέσκι
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Βιογραφία

Επεξεργασία

Ήταν τριτότοκος γιος του Θωμά Β΄ κυρίου του Πεδεμοντίου και της Βεατρίκης Φιέσκι, ανιψιάς του πάπα Ιννοκεντίου Δ΄. Μεγαλύτεροι αδελφοί του ήταν ο Θωμάς Γ΄ του Πεδεμοντίου και ο Αμεδαίος Ε΄ της Σαβοΐας.

Τα έτη της νεότητας, του Λονδίνου και του Παρισιού

Επεξεργασία

Όταν απεβίωσε ο πατέρας του το 1259, ο Λουδοβίκος Α΄ ήταν 9-10 ετών. Μεγάλωσε στο κάστρο Σαιν-Ζενί-ντ'Αόστ της μητέρας του, που είχε την επιμέλειά του[1]. Ο θείος τους Πέτρος Β΄, όταν ήταν στην Αγγλία, είχε υποστηρίξει τον Ερρίκο Γ΄ και ο βασιλιάς του είχε δώσει εκτάσεις γης, ένα κάστρο και ένα λιμάνι· ο ίδιος είχε κτίσει και ένα ανάκτορο εκεί. Ο Λουδοβίκος Α΄ το 1270 συνόδευσε τους δύο αδελφούς του στο Λονδίνο, όπου ζήτησαν την περιουσία που τους είχε κληροδοτήσει ο Πέτρος Β΄, όταν απεβίωσε πριν δύο έτη. Ο Ερρίκος Γ΄, που είχε ήδη παραχωρήσει τις εκτάσεις στο γιο του, τους παραχώρησε 100 μάρκα ετήσια πρόσοδο από το βασιλικό θησαυροφυλάκιο[2]. Το 1281 ήταν στο Παρίσι και ο Φίλιππος Γ΄ της Γαλλίας τον ζήτησε ως σύμμαχο σε μία εκστρατεία του με την υπόσχεση να του δώσει σύζυγο την Ιωάννα του Μονφόρ, κυρία του Μπωζέ και του Βαλρομεΰ[3]. Ο Λουδοβίκος Α΄ τον ακολούθησε και μάλλον νυμφεύτηκε την Ιωάννα[4].

Πολέμιος της Γενεύης και του Γερμανού βασιλιά

Επεξεργασία

To 1282 ήταν πίσω στη χώρα του, στην υπηρεσία του θείου του Φιλίππου Α΄ κόμη της Σαβοΐας. Στον πόλεμο εναντίον του Αμεδαίου Β΄ κόμη της Γενεύης, μαζί με τον αδελφό του κατέλαβαν μερικές περιοχές όπως το Βωντ[5], αλλά στην ανταμοιβή δυσαρεστήθηκε με τον αδελφό του και με τον θείο του. Ο Φίλιππος Α΄ του είχε δώσει τη διοίκηση του Βωντ[4]. Η ξαδέλφη του Μαργαρίτα[6] προσφέρθηκε να τους συμβιβάσει, αλλά μάταια. Το 1283 ο Ροδόλφος Α΄ της Γερμανίας επέκτεινε την επικράτειά του στην Ελβετίας[7] εις βάρος περιοχών της Σαβοΐας[8]. Ο Λουδοβίκος Α΄ αμύνθηκε γι' αυτές. Άλλες που έμειναν παραχωρήθηκαν στον αδελφό του Αμεδαίο Ε΄[7]. Ο Λουδοβίκος Α΄ αντέδρασε και ήρθε σε σύγκρουση με τον αδελφό του γι' αυτό. Ο Ροβέρτος Β΄ της Βουργουνδίας μεσολάβησε για να κατευνάσει τις δύο μεριές[9].

Η κρίση διαδοχής 1284-86

Επεξεργασία

Το 1282 απεβίωσε ο αδελφός τους Θωμάς Γ΄. Το 1284 ο Ροδόλφος Α΄ είχε επιτρέψει στον Λουδοβίκο Α΄ την κοπή νομισμάτων στο Βωντ, μία επιβεβαίωση της κυριαρχίας του εκεί[4]. Το ίδιο έτος ο θείος του μεσολάβησε στην ανιψιά του Ελεονόρα[10], σύζυγο του Ερρίκου Γ΄, για την ικανοποίηση του αιτήματος του Λουδοβίκου Α΄, αλλά οι Άγγλοι προσπαθούσαν να χρονοτριβήσουν το θέμα[11]. Την επόμενη χρονιά απεβίωσε ο θείος τους Φίλιππος Α΄ άτεκνος, έτσι τον κληρονόμησε ο Αμεδαίος Ε΄[12]. Ένα μικρό μέρος πήρε και ο Λουδοβίκος Α΄ και γι' αυτό ήταν γεμάτος οργή[4]. Μάλιστα εξεγέρθηκε εναντίον του αδελφού του, παραπονούμενος ότι αδικήθηκε. Έγινε συμβιβασμός[11]: ο Λουδοβίκος Α΄ θα αναγνώριζε την υποτέλειά του στον Αμεδαίο Ε΄ και θα ελάμβανε το Βωντ με άλλες περιοχές[11], καθώς και 400 λίβρες από το τελωνείο της περιοχής[13].

Η περιοχή του Βωντ διαιρέθηκε σε δέκα καστελλανίες[13] με πρωτεύουσα το Μορζ[14]. Το 1285 συγκάλεσε Συνέλευση (Pαrlamentum)[15] των ευγενών, αστών και άλλων[15]. Ταξίδευσε στη Νάπολη, όπου η ξαδέλφη του Βεατρίκη[16] είχε παντρευτεί τον Κάρολο Α΄ Καπετιδών-Ανζού της Νάπολης. Απεβίωσε εκεί το 1302 και τον διαδέχθηκε ο γιος του Λουδοβίκος Β΄.

Οικογένεια

Επεξεργασία

Μάλλον νυμφεύτηκε την Ιωάννα των Μονφόρ, κόρη τού Φιλίππου Β΄ κυρίου τού Καστρζ-αν-Αλμπιζουά, της Τύρου & τού Τορόν, διεκδικητή της Αρμενίας. Είχε τέκνα:

Πρόγονοι

Επεξεργασία

Παραπομπές και Υποσημειώσεις

Επεξεργασία
  1. Cox (1974), 280.
  2. Cox (1974), 382–82.
  3. Cox (1974), 422–23.
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 Cox (1974), 446.
  5. Cox (1974), 436–37.
  6. η Μαργαρίτα της Προβηγκίας, μητέρα του Φιλίππου Γ΄ ήταν κόρη της Βεατρίκης της Σαβοΐας, κόρης του Θωμά Α΄ κόμη της Σαβοΐας.
  7. 7,0 7,1 Cox (1974), 441–42.
  8. Cox (1974), 446–47.
  9. Cox (1974), 447.
  10. η Ελεονόρα της Προβηγκίας ήταν κόρη της Βεατρίκης της Σαβοΐας, κόρης του Θωμά Α΄ κόμη της Σαβοΐας.
  11. 11,0 11,1 11,2 Cox (1974), 447–48.
  12. Cox (1974), 445–46.
  13. 13,0 13,1 Cox (1967), 132 n. 43.
  14. Cox (1967), 136.
  15. 15,0 15,1 Cox (1967), 368–69.
  16. η Βεατρίκη της Προβηγκίας ήταν κόρη της Βεατρίκης της Σαβοΐας, κόρης του Θωμά Α΄ κόμη της Σαβοΐας.
  17. 17,0 17,1 Cox (1967), 182 n. 15.
  • F. Aubert. "Numismatique du Pays de Vaud". Gazette Numismatique Suisse, 6 (1956), pp. 29–32.
  • Eugene L. Cox. The Green Count of Savoy: Amadeus VI and Transalpine Savoy in the Fourteenth Century. Princeton, New Jersey: Princeton University Press, 1967.
  • Eugene L. Cox. The Eagles of Savoy: The House of Savoy in Thirteenth-Century Europe. Princeton, New Jersey: Princeton University Press, 1974.
  • O. Dessemontet. "Le Testament de Jeanne de Montfort, dame de Vaud". Nouvelles pages d'histoire vaudois. Lausanne: 1967, pp. 43–61.
  • Girart Dorens. "Sir Otho de Grandison 1238?–1328". Transactions of the Royal Historical Society, Third Series, 3 (1909), pp. 125–95.