βρέχω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ PAWS - συντήρηση: αφαίρεση μτφ-μέση από τις Μεταφράσεις
 
(17 ενδιάμεσες εκδόσεις από 7 χρήστες δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 2: Γραμμή 2:


==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[#Αρχαία_ελληνικά_(grc)|βρέχω]]
: '''{{PAGENAME}}''' < {{κλη|grc|el|βρέχω}} <ref>{{Π:ΛΚΝ}}</ref>

==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|el|ˈvɾe.xo}}
: {{συλλ|βρέ|χω}}


==={{ρήμα|el}}===
==={{ρήμα|el}}===
'''{{PAGENAME}}'''{{el-ρήμα|αορ=έβρεξα|π-εν=βρέχομαι|π-αορ=βράχηκα|μππ=βρεγμένος|μππ2=[[βρεμένος]]}}
'''βρέχω'''
# {{μτβ}} [[υγραίνω]], [[διαβρέχω]], [[μουσκεύω]] κάτι με κάποιο [[υγρό]], συνήθως με [[νερό]]
# {{μτβ}} [[υγραίνω]], [[διαβρέχω]], [[μουσκεύω]] κάτι με κάποιο [[υγρό]], συνήθως με [[νερό]]
#: '''''βρέχω''' το μαντήλι
#: {{πχ}} '''''βρέχω''' το μαντήλι
# {{αμτβ}} (''στο τρίτο ενικό πρόσωπο'') ''[[βρέχει]]'' (&rarr; βλέπε λέξη): περιγράφει το φυσικό φαινόμενο της [[βροχή|βροχής]]
# ({{ετ|αμτβ|0=-}}, ''[[απρόσωπο ρήμα|απρόσωπο]]'') {{βλ|βρέχει]}} περιγράφει το φυσικό φαινόμενο της [[βροχή|βροχής]]
#: ''θα '''βρέξει''' αύριο''
#: {{πχ}} ''θα '''βρέξει''' αύριο''
# [[μουσκεύω]], [[δροσίζω]]
# [[μουσκεύω]], [[δροσίζω]]
#: ''Λίγο νερό, να '''βρέξω''' το στόμα μου.''
#: {{πχ}} ''Λίγο νερό, να '''βρέξω''' το στόμα μου.''
# (''μεταφορικά'') μετά από το άρθρο ''το'': [[γιορτάζω]] [[πίνω|πίνοντας]]
# ({{ετ|μτφρ|0=-}}, ''μετά από το άρθρο'' [[το]]) [[το γιορτάζω]] [[πίνω|πίνοντας]]
#: ''το '''βρέξαμε''' χθες''
#: {{πχ}} ''το '''βρέξαμε''' χθες''
# (''μεταφορικά'') [[ραπίζω]], [[χτυπώ]], [[δέρνω]] {{βλφρ}} [[σπάω στο ξύλο]]
# {{ετ|μτφρ}} [[τις βρέχω]] [[ραπίζω]], [[χτυπώ]], [[δέρνω]] {{βλφρ}} [[σπάω στο ξύλο]]
#: ''του τις '''έβρεξε'''''
#: {{πχ}} ''του τις '''έβρεξε'''''
#: ''θα στις '''βρέξω'''''
#: {{πχ}} ''θα στις '''βρέξω'''''
# {{βλ|και=2|όρος=το απρόσωπο|βρέχει}}

===={{συγγενικά}}====
* [[βρεγμένος]]
* [[βροχή]]
* [[βρόγχος]]
* [[βρόχος]]


===={{εκφράσεις}}====
===={{εκφράσεις}}====
Γραμμή 32: Γραμμή 31:
* [[ό,τι βρέξει ας κατεβάσει]]
* [[ό,τι βρέξει ας κατεβάσει]]


===={{συγγενικά}}====
* [[βροχο-]] {{π-κατ||βροχο-}}
{{(}}
{{((|κολόνες=3|width=100%}}
* [[άβρεχτος]]
* [[άβροχος]]
* [[αβροχιά]]
* [[αδιαβροχοποίηση]]
* [[αδιαβροχοποιώ]]
* [[αδιάβροχος]]
* [[αδιάβροχο]]
* [[αιματόβρεχτος]]
* [[ακατάβρεκτος]], [[ακατάβρεχτος]]
* [[αναβροχιά]]
* [[ανεμοβρόχι]]
* [[απόβροχα]]
* [[αποβρόχια]]
* [[απόβροχο]]
* [[βρέγμα]]
* [[βρεγματικός]]
* [[βρεγμένος]]
* [[βρεχάμενα]]
* [[βρόχα]]
* [[βροχερός]]
* [[βροχή]]
* [[βροχηδόν]]
* [[βρόχι]]
* [[βροχικά]]
* [[βροχικός]]
* [[βρόχινος]]
* [[βρόχος]]
* [[δακρύβρεχτος]]
* [[διάβροχος]]
* [[πρωτοβρόχι]]
* [[ψιλόβροχο]]
{{))}}
{{-}}
''σύνθετα του ρήματος, και δείτε τα συγγενικά τους''
* [[διαβρέχω]]
* [[καταβρέχω]]
* [[περιβρέχω]]
* [[σιγοβρέχει]]
* [[ψιλοβρέχει]]
{{)}}

===={{βλέπε}}====
''Με διαφορετικό έτυμο'':
* [[βρογχικός]]
* [[βρογχικά]]
* [[βρόγχος]]
* [[βρογχοπνευμονία]]
* [[βρογχίτιδα]]
* [[καταβροχθίζω]]

===={{κλίση}}====
* {{λείπει η κλίση}}
{{clear}}
===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
Γραμμή 39: Γραμμή 95:
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} -->
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} -->
{{μτφ-μέση}}
* {{fr}} : {{τ|fr|humidifier}}
* {{fr}} : {{τ|fr|humidifier}}
<!-- * {{de}} : {{τ|de|XXX}} -->
<!-- * {{de}} : {{τ|de|XXX}} -->
Γραμμή 49: Γραμμή 104:
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|XXX}} -->
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|XXX}} -->
<!-- * {{is}} : {{τ|is|XXX}} -->
<!-- * {{is}} : {{τ|is|XXX}} -->
<!-- * {{es}} : {{τ|es|XXX}} -->
* {{es}} : {{τ|es|llover}} (2)
<!-- * {{it}} : {{τ|it|XXX}} -->
<!-- * {{it}} : {{τ|it|XXX}} -->
<!-- * {{ca}} : {{τ|ca|XXX}} -->
<!-- * {{ca}} : {{τ|ca|XXX}} -->
Γραμμή 76: Γραμμή 131:
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} -->
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} -->
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}

==={{αναφορές}}===
<references/>


----


=={{-grc-}}==
=={{-grc-}}==


==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: συγγενές με το λατινικό [[rigo]], γοτθικό '''rign'''
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ιε}} {{*}}Hreǵ- ([[ρέω]], [[κυλώ]])· συγγενές με το λατινικό [[rigo]], γοτθικό [[rign]]


==={{ρήμα|grc}}===
==={{ρήμα|grc}}===
'''{{PAGENAME}}'''
'''{{PAGENAME}}'''
# {{μτβ}} [[υγραίνω]], [[διαβρέχω]], [[μουσκεύω]] κάτι με κάποιο [[υγρό]], συνήθως με [[νερό]]
# {{μτβ}} [[υγραίνω]], [[διαβρέχω]], [[μουσκεύω]] κάτι με κάποιο [[υγρό]], συνήθως με [[νερό]]
# ({{μτγν}}) περιγράφει το φυσικό φαινόμενο της [[βροχή|βροχής]]
# {{ελνστκ|σημ}} για το φυσικό φαινόμενο της [[βροχή|βροχής]]


===={{παράγωγα}}====
{{κλείδα-ελλ}}
* {{χρειάζεται||grc}}


==={{πηγές}}===
[[chr:βρέχω]]
* {{Π:Λίντελ}}
[[en:βρέχω]]
* {{Π:ΛΟΓΕΙΟΝ}}
[[mg:βρέχω]]

[[pl:βρέχω]]
{{κλείδα-ελλ}}
[[ro:βρέχω]]
[[ru:βρέχω]]

Τελευταία αναθεώρηση της 22:36, 28 Ιανουαρίου 2022

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
βρέχω < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική βρέχω [1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈvɾe.xo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: βρέ‐χω

βρέχω, αόρ.: έβρεξα, παθ.φωνή: βρέχομαι, π.αόρ.: βράχηκα, μτχ.π.π.: βρεγμένος/βρεμένος

  1. (μεταβατικό) υγραίνω, διαβρέχω, μουσκεύω κάτι με κάποιο υγρό, συνήθως με νερό
    βρέχω το μαντήλι
  2. (αμετάβατο, απρόσωπο) → δείτε τη λέξη βρέχει] περιγράφει το φυσικό φαινόμενο της βροχής
    θα βρέξει αύριο
  3. μουσκεύω, δροσίζω
    Λίγο νερό, να βρέξω το στόμα μου.
  4. (μεταφορικά, μετά από το άρθρο το) το γιορτάζω πίνοντας
    το βρέξαμε χθες
  5. (μεταφορικά) τις βρέχω ραπίζω, χτυπώ, δέρνωδείτε την έκφραση: σπάω στο ξύλο
    του τις έβρεξε
    θα στις βρέξω
  6. → δείτε και το απρόσωπο βρέχει

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

σύνθετα του ρήματος, και δείτε τα συγγενικά τους

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Με διαφορετικό έτυμο:

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
βρέχω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *Hreǵ- (ρέω, κυλώ)· συγγενές με το λατινικό rigo, γοτθικό rign

βρέχω

  1. (μεταβατικό) υγραίνω, διαβρέχω, μουσκεύω κάτι με κάποιο υγρό, συνήθως με νερό
  2. (ελληνιστική σημασία) για το φυσικό φαινόμενο της βροχής

Παράγωγα

[επεξεργασία]
  • (Χρειάζεται επεξεργασία)