βρέχω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
+ μτφ en + fr |
μ PAWS - συντήρηση: αφαίρεση μτφ-μέση από τις Μεταφράσεις |
||
(36 ενδιάμεσες εκδόσεις από 13 χρήστες δεν εμφανίζονται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{ |
=={{-el-}}== |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
|||
{{-ετυμ-}} |
|||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{κλη|grc|el|βρέχω}} <ref>{{Π:ΛΚΝ}}</ref> |
|||
: αρχαία ελληνική λέξη [[#Αρχαία_ελληνικά_(grc)|βρέχω]] |
|||
{{-ρημ-}} |
|||
'''βρέχω''' |
|||
* [[υγραίνω]], [[διαβρέχω]], [[μουσκεύω]] κάτι με κάποιο [[υγρό]], συνήθως με [[νερό]] |
|||
: '''''βρέχω''' το μαντήλι |
|||
* (''στο τρίτο ενικό πρόσωπο'') ''[[βρέχει]]'' (→ βλέπε λέξη): περιγράφει το φυσικό φαινόμενο της [[βροχή|βροχής]] |
|||
: ''θα '''βρέξει''' αύριο'' |
|||
* [[μουσκεύω]], [[δροσίζω]] |
|||
: ''Λίγο νερό, να '''βρέξω''' το στόμα μου.'' |
|||
* (''μεταφορικά'') μετά από το άρθρο ''το'': [[γιορτάζω]] [[πίνω|πίνοντας]] |
|||
: ''το '''βρέξαμε''' χθες'' |
|||
* (''μεταφορικά'') [[ραπίζω]], [[χτυπώ]], [[δέρνω]] |
|||
: ''του τις '''έβρεξε''''' |
|||
: ''θα στις '''βρέξω''''' |
|||
==={{προφορά}}=== |
|||
{{-συγγ-}} |
|||
{{ΔΦΑ|el|ˈvɾe.xo}} |
|||
* [[βρεγμένος]] |
|||
: {{συλλ|βρέ|χω}} |
|||
* [[βρέχει]] |
|||
* [[βρέχομαι]] |
|||
==={{ρήμα|el}}=== |
|||
{{-μτφ-}} |
|||
'''{{PAGENAME}}'''{{el-ρήμα|αορ=έβρεξα|π-εν=βρέχομαι|π-αορ=βράχηκα|μππ=βρεγμένος|μππ2=[[βρεμένος]]}} |
|||
# {{μτβ}} [[υγραίνω]], [[διαβρέχω]], [[μουσκεύω]] κάτι με κάποιο [[υγρό]], συνήθως με [[νερό]] |
|||
#: {{πχ}} '''''βρέχω''' το μαντήλι |
|||
# ({{ετ|αμτβ|0=-}}, ''[[απρόσωπο ρήμα|απρόσωπο]]'') {{βλ|βρέχει]}} περιγράφει το φυσικό φαινόμενο της [[βροχή|βροχής]] |
|||
#: {{πχ}} ''θα '''βρέξει''' αύριο'' |
|||
# [[μουσκεύω]], [[δροσίζω]] |
|||
#: {{πχ}} ''Λίγο νερό, να '''βρέξω''' το στόμα μου.'' |
|||
# ({{ετ|μτφρ|0=-}}, ''μετά από το άρθρο'' [[το]]) [[το γιορτάζω]] [[πίνω|πίνοντας]] |
|||
#: {{πχ}} ''το '''βρέξαμε''' χθες'' |
|||
# {{ετ|μτφρ}} [[τις βρέχω]] [[ραπίζω]], [[χτυπώ]], [[δέρνω]] {{βλφρ}} [[σπάω στο ξύλο]] |
|||
#: {{πχ}} ''του τις '''έβρεξε''''' |
|||
#: {{πχ}} ''θα στις '''βρέξω''''' |
|||
# {{βλ|και=2|όρος=το απρόσωπο|βρέχει}} |
|||
===={{εκφράσεις}}==== |
|||
* '''τις βρέχω (σε κάποιον)''': [[δέρνω]] κάποιον αν π.χ. είναι άτακτος, ίσως επειδή παλιότερα για να πονάνε πιο πολύ τα παιδάκια, προτού τα δείρουν έβρεχαν τη σανίδα |
|||
** '''(θα πάρω μια) βρεγμένη [[σανίδα]]''': απειλή για σωματική τιμωρία |
|||
* [[βρέξει χιονίσει]] |
|||
* '''σα(ν) βρεγμένη γάτα''' |
|||
* '''έχω (κάποιον) [[μη στάξει και μη βρέξει]]''' |
|||
* [[ό,τι βρέξει ας κατεβάσει]] |
|||
===={{συγγενικά}}==== |
|||
* [[βροχο-]] {{π-κατ||βροχο-}} |
|||
{{(}} |
{{(}} |
||
{{((|κολόνες=3|width=100%}} |
|||
* {{en}} : to {{ξεν|en|wet}}, to {{ξεν|en|rain}} |
|||
* [[άβρεχτος]] |
|||
<!-- * {{ar}} : {{ξεν|ar|XXX}} --> |
|||
* [[άβροχος]] |
|||
<!-- * {{vi}} : {{ξεν|vi|XXX}} --> |
|||
* [[αβροχιά]] |
|||
<!-- * {{bg}} : {{ξεν|bg|XXX}} --> |
|||
* [[αδιαβροχοποίηση]] |
|||
<!-- * {{br}} : {{ξεν|br|XXX}} --> |
|||
* [[αδιαβροχοποιώ]] |
|||
* {{fr}} : {{ξεν|fr|humidifier}} |
|||
* [[αδιάβροχος]] |
|||
<!-- * {{de}} : {{ξεν|de|XXX}} --> |
|||
* [[αδιάβροχο]] |
|||
<!-- * {{eo}} : {{ξεν|eo|XXX}} --> |
|||
* [[αιματόβρεχτος]] |
|||
<!-- * {{et}} : {{ξεν|et|XXX}} --> |
|||
* [[ακατάβρεκτος]], [[ακατάβρεχτος]] |
|||
<!-- * {{ja}} : {{ξεν|ja|XXX}} --> |
|||
* [[αναβροχιά]] |
|||
<!-- * {{ia}} : {{ξεν|ia|XXX}} --> |
|||
* [[ανεμοβρόχι]] |
|||
<!-- * {{io}} : {{ξεν|io|XXX}} --> |
|||
* [[απόβροχα]] |
|||
<!-- * {{ga}} : {{ξεν|ga|XXX}} --> |
|||
* [[αποβρόχια]] |
|||
<!-- * {{is}} : {{ξεν|is|XXX}} --> |
|||
* [[απόβροχο]] |
|||
<!-- * {{es}} : {{ξεν|es|XXX}} --> |
|||
* [[βρέγμα]] |
|||
<!-- * {{it}} : {{ξεν|it|XXX}} --> |
|||
* [[βρεγματικός]] |
|||
<!-- * {{ca}} : {{ξεν|ca|XXX}} --> |
|||
* [[βρεγμένος]] |
|||
<!-- * {{zh}} : {{ξεν|zh|XXX}} --> |
|||
* [[βρεχάμενα]] |
|||
<!-- * {{ko}} : {{ξεν|ko|XXX}} --> |
|||
* [[βρόχα]] |
|||
<!-- * {{ku}} : {{ξεν|ku|XXX}} --> |
|||
* [[βροχερός]] |
|||
<!-- * {{hr}} : {{ξεν|hr|XXX}} --> |
|||
* [[βροχή]] |
|||
* [[βροχηδόν]] |
|||
* [[βρόχι]] |
|||
* [[βροχικά]] |
|||
* [[βροχικός]] |
|||
* [[βρόχινος]] |
|||
* [[βρόχος]] |
|||
* [[δακρύβρεχτος]] |
|||
* [[διάβροχος]] |
|||
* [[πρωτοβρόχι]] |
|||
* [[ψιλόβροχο]] |
|||
{{))}} |
|||
{{-}} |
{{-}} |
||
''σύνθετα του ρήματος, και δείτε τα συγγενικά τους'' |
|||
<!-- * {{la}} : {{ξεν|la|XXX}} --> |
|||
* [[διαβρέχω]] |
|||
<!-- * {{lt}} : {{ξεν|lt|XXX}} --> |
|||
* [[καταβρέχω]] |
|||
<!-- * {{ms}} : {{ξεν|ms|XXX}} --> |
|||
* [[περιβρέχω]] |
|||
<!-- * {{nl}} : {{ξεν|nl|XXX}} --> |
|||
* [[σιγοβρέχει]] |
|||
<!-- * {{cy}} : {{ξεν|cy|XXX}} --> |
|||
* [[ψιλοβρέχει]] |
|||
<!-- * {{hu}} : {{ξεν|hu|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{uk}} : {{ξεν|uk|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{pl}} : {{ξεν|pl|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{pt}} : {{ξεν|pt|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{ro}} : {{ξεν|ro|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{roa-rup}} : {{ξεν|roa-rup|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{ru}} : {{ξεν|ru|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{sr}} : {{ξεν|sr|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{sk}} : {{ξεν|sk|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{sl}} : {{ξεν|sl|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{sv}} : {{ξεν|sv|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{th}} : {{ξεν|th|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{tr}} : {{ξεν|tr|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{cs}} : {{ξεν|cs|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{fi}} : {{ξεν|fi|XXX}} --> |
|||
{{)}} |
{{)}} |
||
===={{βλέπε}}==== |
|||
[[Κατηγορία:Ελληνικά ρήματα]] |
|||
''Με διαφορετικό έτυμο'': |
|||
* [[βρογχικός]] |
|||
* [[βρογχικά]] |
|||
* [[βρόγχος]] |
|||
* [[βρογχοπνευμονία]] |
|||
* [[βρογχίτιδα]] |
|||
* [[καταβροχθίζω]] |
|||
===={{κλίση}}==== |
|||
* {{λείπει η κλίση}} |
|||
{{clear}} |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
|||
{{μτφ-αρχή}} |
|||
* {{en}} : {{τ|en|wet}}, {{τ|en|rain}} |
|||
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} --> |
|||
* {{fr}} : {{τ|fr|humidifier}} |
|||
<!-- * {{de}} : {{τ|de|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{et}} : {{τ|et|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{ja}} : {{τ|ja|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{ia}} : {{τ|ia|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{io}} : {{τ|io|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{is}} : {{τ|is|XXX}} --> |
|||
* {{es}} : {{τ|es|llover}} (2) |
|||
<!-- * {{it}} : {{τ|it|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{ca}} : {{τ|ca|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{zh}} : {{τ|zh|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{ko}} : {{τ|ko|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{ku}} : {{τ|ku|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{hr}} : {{τ|hr|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{la}} : {{τ|la|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{lt}} : {{τ|lt|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{ms}} : {{τ|ms|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{nl}} : {{τ|nl|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{cy}} : {{τ|cy|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{hu}} : {{τ|hu|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{pl}} : {{τ|pl|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{ru}} : {{τ|ru|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{sr}} : {{τ|sr|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{sk}} : {{τ|sk|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{sl}} : {{τ|sl|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{sv}} : {{τ|sv|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{th}} : {{τ|th|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{tr}} : {{τ|tr|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{cs}} : {{τ|cs|XXX}} --> |
|||
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} --> |
|||
{{μτφ-τέλος}} |
|||
==={{αναφορές}}=== |
|||
<references/> |
|||
---- |
|||
=={{-grc-}}== |
|||
==={{ετυμολογία}}=== |
|||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ιε}} {{*}}Hreǵ- ([[ρέω]], [[κυλώ]])· συγγενές με το λατινικό [[rigo]], γοτθικό [[rign]] |
|||
==={{ρήμα|grc}}=== |
|||
'''{{PAGENAME}}''' |
|||
# {{μτβ}} [[υγραίνω]], [[διαβρέχω]], [[μουσκεύω]] κάτι με κάποιο [[υγρό]], συνήθως με [[νερό]] |
|||
# {{ελνστκ|σημ}} για το φυσικό φαινόμενο της [[βροχή|βροχής]] |
|||
===={{παράγωγα}}==== |
|||
* {{χρειάζεται||grc}} |
|||
==={{πηγές}}=== |
|||
* {{Π:Λίντελ}} |
|||
* {{Π:ΛΟΓΕΙΟΝ}} |
|||
{{κλείδα-ελλ}} |
Τελευταία αναθεώρηση της 22:36, 28 Ιανουαρίου 2022
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- βρέχω < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική βρέχω [1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈvɾe.xo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βρέ‐χω
Ρήμα
[επεξεργασία]βρέχω, αόρ.: έβρεξα, παθ.φωνή: βρέχομαι, π.αόρ.: βράχηκα, μτχ.π.π.: βρεγμένος/βρεμένος
- (μεταβατικό) υγραίνω, διαβρέχω, μουσκεύω κάτι με κάποιο υγρό, συνήθως με νερό
- ↪ βρέχω το μαντήλι
- (αμετάβατο, απρόσωπο) → δείτε τη λέξη βρέχει] περιγράφει το φυσικό φαινόμενο της βροχής
- ↪ θα βρέξει αύριο
- μουσκεύω, δροσίζω
- ↪ Λίγο νερό, να βρέξω το στόμα μου.
- (μεταφορικά, μετά από το άρθρο το) το γιορτάζω πίνοντας
- ↪ το βρέξαμε χθες
- (μεταφορικά) τις βρέχω ραπίζω, χτυπώ, δέρνω → δείτε την έκφραση: σπάω στο ξύλο
- ↪ του τις έβρεξε
- ↪ θα στις βρέξω
- → δείτε και το απρόσωπο βρέχει
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- τις βρέχω (σε κάποιον): δέρνω κάποιον αν π.χ. είναι άτακτος, ίσως επειδή παλιότερα για να πονάνε πιο πολύ τα παιδάκια, προτού τα δείρουν έβρεχαν τη σανίδα
- (θα πάρω μια) βρεγμένη σανίδα: απειλή για σωματική τιμωρία
- βρέξει χιονίσει
- σα(ν) βρεγμένη γάτα
- έχω (κάποιον) μη στάξει και μη βρέξει
- ό,τι βρέξει ας κατεβάσει
Συγγενικά
[επεξεργασία]
|
σύνθετα του ρήματος, και δείτε τα συγγενικά τους |
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Με διαφορετικό έτυμο:
Κλίση
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ βρέχω - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]βρέχω
- (μεταβατικό) υγραίνω, διαβρέχω, μουσκεύω κάτι με κάποιο υγρό, συνήθως με νερό
- (ελληνιστική σημασία) για το φυσικό φαινόμενο της βροχής
Παράγωγα
[επεξεργασία]- (Χρειάζεται επεξεργασία)
Πηγές
[επεξεργασία]- βρέχω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- βρέχω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ρήματα (νέα ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Μεταφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες κλίσεις (νέα ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ρήματα (αρχαία ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνιστική σημασία για αρχαίες λέξεις
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)