over: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό Προχωρημένη επεξεργασία από κινητό |
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό Προχωρημένη επεξεργασία από κινητό |
||
(42 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από τον ίδιο χρήστη δεν εμφανίζεται) | |||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-en-}}== |
=={{-en-}}== |
||
==={{επίθετο|en}}=== |
|||
{{τ|en|{{PAGENAME}}}} {{nc|en}} |
|||
* [[περνάω]], κάτι που έχει [[τελειώνω|τελειώσει]] |
|||
*: {{eg}} ''Time is '''over'''.'' |
|||
*:: '''Πέρασε''' η ώρα. |
|||
*: {{eg}} ''The worst is '''over'''.'' |
|||
*:: Το χειρότερο '''πέρασε'''. |
|||
*: {{eg}} ''The summer is '''over'''.'' |
|||
*:: Το καλοκαίρι '''τελείωσε'''. |
|||
==={{επίρρημα|en}}=== |
==={{επίρρημα|en}}=== |
||
{{τ|en|{{PAGENAME}}}} {{nc|en}} |
{{τ|en|{{PAGENAME}}}} {{nc|en}} |
||
# [[πέρα]], εδώ/εκεί [[πέρα]], από [[εδώ]]/[[εκεί]], προς τα εδώ/εκεί, που βρίσκεται ή κινείται απέναντι από ένα δρόμο, μια ανοιχτή έκταση κτλ. |
|||
# [[ενδελεχώς]], [[τελείως]] |
|||
#: {{eg}} ''It’s snowing '''over''' in the mountains.'' |
|||
# [[υπερβολικά]] |
|||
#:: Χιονίζει '''πέρα''' στα βουνά. |
|||
# [[ανάποδα]], τοποθετώ ανάποδα |
|||
#: {{eg}} ''Come '''over here'''! Get out from '''over there'''!'' |
|||
# μεταφέρω σε άλλον |
|||
# |
#:: Έλα '''εδώ πέρα'''! Φύγε από '''εκεί πέρα'''! |
||
#: {{eg}} ''Can you come '''over here'''?'' |
|||
#:: Μπορείς να έρθεις '''από εδώ'''/'''προς τα εδώ'''; |
|||
#: {{eg}} ''I don’t want to go '''over there'''.'' |
|||
#:: Δεν θέλω να πάω '''από εκεί'''/'''προς τα εκεί'''. |
|||
#: {{eg}} '''''He went over''' to the station by car.'' |
|||
#:: '''Πήγε''' στο σταθμό με το αυτοκίνητο. |
|||
#: {{eg}} ''She is my friend who '''is over''' from Greece.'' |
|||
#:: Είναι η φίλη μου που '''έρχεται''' από την Ελλάδα. |
|||
#: {{eg}} '''''They are going over''' to Rome for the weekend.'' |
|||
#:: Θα '''πάνε''' στη Ρώμη για το Σαββατοκύριακο. |
|||
# προς τα κάτω και μακριά από τη σωστή θέση όρθια |
|||
#: {{eg}} '''''He fell over''' and broke his leg.'' |
|||
#:: '''Έπεσε''' κι έσπασε το πόδι του. |
|||
#: {{eg}} ''Many trees '''were blown over''' in the storm.'' |
|||
#:: '''Έπεσαν''' πολλά δέντρα με τη θύελλα. |
|||
#: {{συνών}} {{l|down|en}} |
|||
# από τη μια πλευρά στην άλλη πλευρά |
|||
#: {{eg}} ''Stop '''turning over''' in your bed!'' |
|||
#:: Πάψε να '''γυρίζεις''' στο κρεβάτι σου! |
|||
#: {{eg}} ''The car '''turned over'''.'' |
|||
#:: Το αυτοκίνητο '''γύρισε καπάκι'''. |
|||
# έτσι ώστε να καλύπτει κάποιος ή κάτι [[εντελώς]] |
|||
#: {{eg}} ''The lake was frozen '''over'''.'' |
|||
#:: Η λίμνη ήταν '''εντελώς''' παγωμένη. |
|||
#: {{eg}} '''''She covered over''' her face with a veil.'' |
|||
#:: '''Σκέπασε''' το πρόσωπό της με βέλο. |
|||
#: {{eg}} '''''We covered over''' the well.'' |
|||
#:: '''Σκεπάσαμε''' το πηγάδι. |
|||
# [[παραπάνω]], [[πέρα]] από κάποιο όριο, [[ξεπερνάω]] |
|||
#: {{eg}} ''It is 10 meters and perhaps a bit '''over'''.'' |
#: {{eg}} ''It is 10 meters and perhaps a bit '''over'''.'' |
||
#:: Είναι 10 μέτρα κι ίσως λιγάκι '''παραπάνω'''. |
#:: Είναι 10 μέτρα κι ίσως λιγάκι '''παραπάνω'''. |
||
#: {{eg}} ''Go a little further '''over'''.'' |
|||
#:: Πήγαινε λίγο πιο '''πέρα'''. |
|||
#: {{eg}} ''A little further '''over''' you will find a pastry shop.'' |
|||
#:: Λίγο πιο '''πέρα''' θα βρεις ένα ζαχαροπλαστείο. |
|||
#: {{eg}} ''I timed my lecture so that it '''is'''n’t '''over''' one hour.'' |
|||
#:: Χρονομέτρησα τη διάλεξή μου, για να μην '''ξεπεράσει''' τη μία ώρα. |
|||
#: {{συνών}} {{l|more|en}} |
#: {{συνών}} {{l|more|en}} |
||
# που δεν χρησιμοποιείται ούτε χρειάζεται |
|||
# [[βγαίνω|βγαίνει]], τελειωμένος |
|||
#: {{eg}} '' |
#: {{eg}} ''If '''there is any''' food '''left over'''…'' |
||
#:: Αν '''περισσέψει''' φαΐ… |
|||
# [[βγαίνω|βγαίνει]], [[περνάω|περνάει]], [[λήγω|λήγει]], κάτι που έχει [[τελειώνω|τελειώσει]] |
|||
#: {{eg}} ''The month '''is''' nearly '''over'''.'' |
|||
#:: Κοντεύει να '''βγει''' ο μήνας. |
#:: Κοντεύει να '''βγει''' ο μήνας. |
||
#: {{eg}} ''before the year |
#: {{eg}} ''before the year '''is over''''' - πριν '''βγει''' ο χρόνος |
||
#: {{eg}} ''Time '''is over'''.'' |
|||
#: {{συνών}} {{l|out|en}} |
|||
#:: '''Πέρασε''' η ώρα. |
|||
#: {{eg}} ''The worst '''is over'''.'' |
|||
#:: Το χειρότερο '''πέρασε'''. |
|||
#: {{eg}} ''The lease '''is over'''.'' |
|||
#:: Η μίσθωση '''έληξε'''. |
|||
#: {{eg}} ''The summer '''is over'''.'' |
|||
#:: Το καλοκαίρι '''τελείωσε'''. |
|||
#: {{συνών}} {{cf|lang=en|out|up|00=-}} |
|||
# [[πάλι]] |
|||
#: {{eg}} ''He did it ('''over''') several times.'' |
|||
#:: Το έκανε πολλές φορές. |
|||
#: {{eg}} ''Write it '''over again'''!'' {{ετ|αμερ|en|00=-}} |
|||
#:: Γράψε το '''πάλι'''! |
|||
# χρησιμοποιείται για να μιλήσει για κάποιον ή κάτι που αλλάζει θέση |
|||
#: {{eg}} ''The next bus will '''be over''' at six.'' |
|||
#:: Το επόμενο λεωφορείο θα '''περάσει''' στις έξι. |
|||
#: {{eg}} ''Let’s ask some friends '''over''' (to our house).'' |
|||
#:: Ας ζητήσουμε από μερικούς φίλους να '''έρθουν''' (στο σπίτι μας). |
|||
#: {{eg}} ''If you find something you need to '''hand''' it '''over''' to the police.'' |
|||
#:: Αν βρεις κάτι πρέπει να το '''παραδώσεις''' στην αστυνομία. |
|||
#: {{eg}} '''''He carried over''' a huge sack of potatoes/a large sum of money.'' |
|||
#:: '''Μετέφερε''' ένα τεράστιο σακί πατάτες/ένα μεγάλος ποσό. |
|||
==={{επιφώνημα|en}}=== |
==={{επιφώνημα|en}}=== |
||
Γραμμή 36: | Γραμμή 86: | ||
#: {{eg}} ''He spread a handkerchief '''over''' his face.'' |
#: {{eg}} ''He spread a handkerchief '''over''' his face.'' |
||
#:: Άπλωσε ένα μαντήλι '''πάνω στο''' πρόσωπό του. |
#:: Άπλωσε ένα μαντήλι '''πάνω στο''' πρόσωπό του. |
||
#: {{eg}} ''He spread a tablecloth '''over''' the table.'' |
|||
#:: Άπλωσε ένα τραπεζομάντιλο '''στο''' τραπέζι. |
|||
#: {{συνών}} {{cf|lang=en|on|upon|00=-}} |
#: {{συνών}} {{cf|lang=en|on|upon|00=-}} |
||
# [[πάνω]] από |
# [[πάνω]] από, σε θέση υψηλότερη από αλλά δεν αγγίζει κάποιον ή κάτι |
||
#: {{eg}} '''''over''' the clouds'' - '''πάνω από''' τα σύννεφα |
#: {{eg}} '''''over''' the clouds'' - '''πάνω από''' τα σύννεφα |
||
#: {{eg}} '''''over''' the knee'' - '''πάνω από''' το γόνατο |
#: {{eg}} '''''over''' the knee'' - '''πάνω από''' το γόνατο |
||
Γραμμή 43: | Γραμμή 95: | ||
#:: Πέταξε '''πάνω από''' τα κεφάλια μας/'''πάνω από''' την πόλη μας. |
#:: Πέταξε '''πάνω από''' τα κεφάλια μας/'''πάνω από''' την πόλη μας. |
||
#: {{eg}} ''His office is located one floor '''over''' mine.'' |
#: {{eg}} ''His office is located one floor '''over''' mine.'' |
||
#:: Το γραφείο του βρίσκεται ένα όροφο |
#:: Το γραφείο του βρίσκεται ένα όροφο από '''πάνω από''' το δικό μου. |
||
#: {{συνών}} {{l|above|en}} |
#: {{συνών}} {{l|above|en}} |
||
# [[πέρα]] από, από τη μια πλευρά του κάτι στην άλλη |
# [[πάνω]] από, [[πέρα]] από, από τη μια πλευρά του κάτι στην άλλη |
||
#: {{eg}} '' |
#: {{eg}} ''He jumped '''over''' the brook/the fence.'' |
||
#:: Πήδησε '''πάνω από''' το ρυάκι/το φράχτη. |
|||
#: {{eg}} ''We heard voice from '''over''' the wall of the garden (coming from the other side of the wall).'' |
|||
#:: Ακούσαμε φωνές '''πάνω από''' τον τοίχο του κήπου (να έρχονται από την άλλη πλευρά του τοίχου). |
|||
#: {{eg}} ''I am crossing '''over''' the bridge.'' |
|||
#:: Περνώ '''πέρα από''' τη γέφυρα. |
#:: Περνώ '''πέρα από''' τη γέφυρα. |
||
#: {{συνών}} {{l|across|en}} |
#: {{συνών}} {{l|across|en}} |
||
# [[σε]], πέφτω από ένα μέρος ή κοιτάζω κάτω από ένα μέρος |
|||
# [[πάνω]] από, περνάω πάνω από κάτι και βρίσκομαι από την άλλη πλευρά |
|||
#: {{eg}} '' |
#: {{eg}} ''She fell '''over''' a chair.'' |
||
#:: ´Έπεσε/Σκόνταψε '''σε''' μια καρέκλα. |
|||
#:: Πήδηξε '''πάνω από''' το φράχτη. |
|||
#: {{eg}} ''He didn’t want to look '''over''' the edge of the cliff.'' |
|||
#:: Δεν ήθελε να κοιτάξει '''στην''' άκρη του γκρεμού. |
|||
# [[απέναντι]], στην μακρινή ή την αντίθετη πλευρά από κάτι |
|||
#: {{eg}} ''Whose house is '''over''' the way?'' |
|||
#:: Τίνος είναι το σπίτι '''απέναντι''' στο δρόμο; |
|||
# ('''''all over''''') σε [[όλος|όλο]] το κάτι, σε [[ολόκληρος|ολόκληρο]] το κάτι, [[παντού]] σε, μέσα ή σε όλα ή τα περισσότερα μέρη κάτι |
|||
#: {{eg}} ''They shined their searchlights '''all over''' the yard.'' |
|||
#:: Έριχναν τους προβολείς τους '''σε όλη''' την αυλή. |
|||
#: {{eg}} ''It’s snowing '''all over''' northern England.'' |
|||
#:: Χιονίζει '''σ' ολόκληρη τη''' Βόρεια Αγγλία. |
|||
#: {{eg}} ''He has traveled '''all over''' Europe.'' |
|||
#:: Έχει ταξιδέψει '''παντού στην''' Ευρώπη. |
|||
# [[πάνω]] από, [[παραπάνω]] από, περισσότερο από ένα συγκεκριμένο χρόνο, ποσό, κόστος κτλ. |
# [[πάνω]] από, [[παραπάνω]] από, περισσότερο από ένα συγκεκριμένο χρόνο, ποσό, κόστος κτλ. |
||
#: {{eg}} ''way '''over''' average'' - πολύ '''πάνω από''' το μέσο όρο |
#: {{eg}} ''way '''over''' average'' - πολύ '''πάνω από''' το μέσο όρο |
||
#: {{eg}} ''We spoke for '''over''' an hour.'' |
|||
#:: Μιλήσαμε '''πάνω από''' μια ώρα. |
|||
#: {{eg}} ''She is '''over''' fifty.'' |
|||
#:: Είναι '''πάνω από''' (έχει περάσει τα) πενήντα. |
|||
#: {{eg}} ''We will stay for '''over''' a month.'' |
|||
#:: Θα μείνουμε '''πάνω από''' μήνα. |
|||
#: {{eg}} ''The thermometer will rise five degrees '''over''' zero.'' |
#: {{eg}} ''The thermometer will rise five degrees '''over''' zero.'' |
||
#:: Tο θερμόμετρο θα ανεβεί πέντε βαθμούς '''πάνω από''' το μηδέν. |
#:: Tο θερμόμετρο θα ανεβεί πέντε βαθμούς '''πάνω από''' το μηδέν. |
||
Γραμμή 64: | Γραμμή 138: | ||
#: {{eg}} ''She reigned '''over''' a vast empire.'' |
#: {{eg}} ''She reigned '''over''' a vast empire.'' |
||
#:: Βασίλεψε '''πάνω σε''' μια απέραντη αυτοκρατορία. |
#:: Βασίλεψε '''πάνω σε''' μια απέραντη αυτοκρατορία. |
||
#: {{eg}} ''He has no '''control over''' himself.'' |
|||
# κατά τη διάρκεια κάτι |
|||
#:: Δεν '''εξουσιάζει''' τον εαυτό του. |
|||
# [[ενώ]] κάτι, κατά τη διάρκεια κάτι |
|||
#: {{eg}} ''We had a pleasant conversation '''over''' a cup of tea.'' |
|||
#:: Είχαμε μια ευχαρίστηση κουβέντα '''ενώ πίναμε''' το τσάι μας. |
|||
#: {{eg}} ''Can you stay '''over''' Sunday (i.e., until Monday)?'' |
|||
#:: Μπορείς να μείνεις την Κυριακή (δηλ. ως τη Δεύτερα); |
|||
#: {{eg}} ''Do you want to go for a cup of coffee '''over''' the weekend?'' |
|||
#:: Θέλεις να πάμε για έναν καφέ το Σαββατοκύριακο; |
|||
#: {{eg}} ''We will be having people '''over''' tonight.'' |
|||
#:: Θα έχουμε κόσμο απόψε. |
|||
#: {{eg}} ''He stops by frequently to see us and to chat '''over''' (=while drinking) a glass of ouzo.'' |
#: {{eg}} ''He stops by frequently to see us and to chat '''over''' (=while drinking) a glass of ouzo.'' |
||
#:: Περνάει συχνά να μας δει και να τα πούμε πίνοντας κάνα ουζάκι. |
#:: Περνάει συχνά να μας δει και να τα πούμε πίνοντας κάνα ουζάκι. |
||
# που [[περνάω|περνά]] ένα συγκεκριμένο δύσκολο στάδιο ή κατάσταση |
|||
#: {{eg}} ''Did you '''get over''' your headache?'' |
|||
#:: Σου '''πέρασε''' ο πονοκέφαλος; |
|||
#: {{eg}} ''When he '''gets over''' his disappointment…'' |
|||
#:: Όταν '''περάσει''' η απογοήτευση σου… |
|||
# [[σχετικά]] με, [[περί]], που σχετίζεται με κάτι |
# [[σχετικά]] με, [[περί]], που σχετίζεται με κάτι |
||
#: {{eg}} ''We talked '''over''' the decision and…'' |
#: {{eg}} ''We talked '''over''' the decision and…'' |
||
#:: Μιλήσαμε '''σχετικά με''' την απόφαση και… |
#:: Μιλήσαμε '''σχετικά με''' την απόφαση και… |
||
#: {{eg}} ''We laughed '''over''' his stupidity.'' |
|||
#:: Γελάσαμε '''με''' την ανοησία του. |
|||
#: {{συνών}} {{l|about|en}} |
#: {{συνών}} {{l|about|en}} |
||
# [[σε]], μέσω κάτι |
|||
#: {{eg}} ''She wouldn’t tell me '''over''' the phone.'' |
|||
#:: Δεν μου έλεγε '''στο''' τηλέφωνο. |
|||
# [[μέσα]] σε, που είναι πιο δυνατό από κάτι |
|||
#: {{eg}} ''I couldn’t hear what he said '''over''' the noise of the traffic.'' |
|||
#:: Δεν άκουσα τι είπε '''μέσα στον''' θόρυβο της κυκλοφορίας. |
|||
# [[πάνω]] από, [[παραπάνω]] από, μεταφορικά πιο ψηλά σε σπουδαιότερη θέση |
# [[πάνω]] από, [[παραπάνω]] από, μεταφορικά πιο ψηλά σε σπουδαιότερη θέση |
||
#: {{eg}} ''He doesn’t put anyone '''over''' his family.'' |
#: {{eg}} ''He doesn’t put anyone '''over''' his family.'' |
||
Γραμμή 88: | Γραμμή 185: | ||
===={{σύνθετα}}==== |
===={{σύνθετα}}==== |
||
* {{l|combover|en}} |
|||
* {{aff-cat|en|over-}} |
* {{aff-cat|en|over-}} |
||
* [[combover]] |
|||
===={{εκφράσεις}}==== |
|||
* [[overloading]] |
|||
* {{l|over and above|en}} |
|||
* [[override]] |
|||
* [[overwrite]] |
|||
==={{βλέπε}}=== |
==={{βλέπε}}=== |
||
Γραμμή 98: | Γραμμή 195: | ||
==={{πηγές}}=== |
==={{πηγές}}=== |
||
* {{R:OxLD|over_1|over (preposition)}} |
|||
* {{R:OxLD|over_2|over (adverb)}} |
* {{R:OxLD|over_2|over (adverb)}} |
||
* {{R:OxLD|over_3|over (noun)}} |
* {{R:OxLD|over_3|over (noun)}} |
||
* {{R:Stavropoulos 2008|162, 315, 681, 692-695|βγαίνω, (ε)πάνω, πέρα, περνώ}} |
* {{R:OxLD|over_1|over (preposition)}} |
||
* {{R:Stavropoulos 2008|162, 315, 681, 692-695, 697-699|βγαίνω, (ε)πάνω, πέρα, περνώ, πέφτω}} |
|||
Τελευταία αναθεώρηση της 01:54, 11 Νοεμβρίου 2024
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]over (en) (χωρίς παραθετικά)
- πέρα, εδώ/εκεί πέρα, από εδώ/εκεί, προς τα εδώ/εκεί, που βρίσκεται ή κινείται απέναντι από ένα δρόμο, μια ανοιχτή έκταση κτλ.
- ⮡ It’s snowing over in the mountains.
- Χιονίζει πέρα στα βουνά.
- ⮡ Come over here! Get out from over there!
- Έλα εδώ πέρα! Φύγε από εκεί πέρα!
- ⮡ Can you come over here?
- Μπορείς να έρθεις από εδώ/προς τα εδώ;
- ⮡ I don’t want to go over there.
- Δεν θέλω να πάω από εκεί/προς τα εκεί.
- ⮡ He went over to the station by car.
- Πήγε στο σταθμό με το αυτοκίνητο.
- ⮡ She is my friend who is over from Greece.
- Είναι η φίλη μου που έρχεται από την Ελλάδα.
- ⮡ They are going over to Rome for the weekend.
- Θα πάνε στη Ρώμη για το Σαββατοκύριακο.
- ⮡ It’s snowing over in the mountains.
- προς τα κάτω και μακριά από τη σωστή θέση όρθια
- από τη μια πλευρά στην άλλη πλευρά
- ⮡ Stop turning over in your bed!
- Πάψε να γυρίζεις στο κρεβάτι σου!
- ⮡ The car turned over.
- Το αυτοκίνητο γύρισε καπάκι.
- ⮡ Stop turning over in your bed!
- έτσι ώστε να καλύπτει κάποιος ή κάτι εντελώς
- ⮡ The lake was frozen over.
- Η λίμνη ήταν εντελώς παγωμένη.
- ⮡ She covered over her face with a veil.
- Σκέπασε το πρόσωπό της με βέλο.
- ⮡ We covered over the well.
- Σκεπάσαμε το πηγάδι.
- ⮡ The lake was frozen over.
- παραπάνω, πέρα από κάποιο όριο, ξεπερνάω
- ⮡ It is 10 meters and perhaps a bit over.
- Είναι 10 μέτρα κι ίσως λιγάκι παραπάνω.
- ⮡ Go a little further over.
- Πήγαινε λίγο πιο πέρα.
- ⮡ A little further over you will find a pastry shop.
- Λίγο πιο πέρα θα βρεις ένα ζαχαροπλαστείο.
- ⮡ I timed my lecture so that it isn’t over one hour.
- Χρονομέτρησα τη διάλεξή μου, για να μην ξεπεράσει τη μία ώρα.
- ≈ συνώνυμα: more
- ⮡ It is 10 meters and perhaps a bit over.
- που δεν χρησιμοποιείται ούτε χρειάζεται
- ⮡ If there is any food left over…
- Αν περισσέψει φαΐ…
- ⮡ If there is any food left over…
- βγαίνει, περνάει, λήγει, κάτι που έχει τελειώσει
- πάλι
- ⮡ He did it (over) several times.
- Το έκανε πολλές φορές.
- ⮡ Write it over again! (αμερικανικά αγγλικά)
- Γράψε το πάλι!
- ⮡ He did it (over) several times.
- χρησιμοποιείται για να μιλήσει για κάποιον ή κάτι που αλλάζει θέση
- ⮡ The next bus will be over at six.
- Το επόμενο λεωφορείο θα περάσει στις έξι.
- ⮡ Let’s ask some friends over (to our house).
- Ας ζητήσουμε από μερικούς φίλους να έρθουν (στο σπίτι μας).
- ⮡ If you find something you need to hand it over to the police.
- Αν βρεις κάτι πρέπει να το παραδώσεις στην αστυνομία.
- ⮡ He carried over a huge sack of potatoes/a large sum of money.
- Μετέφερε ένα τεράστιο σακί πατάτες/ένα μεγάλος ποσό.
- ⮡ The next bus will be over at six.
Επιφώνημα
[επεξεργασία]over (en)
- τέλος! (τελευταία λέξη σε μηνύματα)
Πρόθεση
[επεξεργασία]over (en)
- πάνω σε, ακουμπάει στην επιφάνεια κάποιου ή κάτι και την καλύπτει μερικώς ή πλήρως
- πάνω από, σε θέση υψηλότερη από αλλά δεν αγγίζει κάποιον ή κάτι
- πάνω από, πέρα από, από τη μια πλευρά του κάτι στην άλλη
- ⮡ He jumped over the brook/the fence.
- Πήδησε πάνω από το ρυάκι/το φράχτη.
- ⮡ We heard voice from over the wall of the garden (coming from the other side of the wall).
- Ακούσαμε φωνές πάνω από τον τοίχο του κήπου (να έρχονται από την άλλη πλευρά του τοίχου).
- ⮡ I am crossing over the bridge.
- Περνώ πέρα από τη γέφυρα.
- ≈ συνώνυμα: across
- ⮡ He jumped over the brook/the fence.
- σε, πέφτω από ένα μέρος ή κοιτάζω κάτω από ένα μέρος
- ⮡ She fell over a chair.
- ´Έπεσε/Σκόνταψε σε μια καρέκλα.
- ⮡ He didn’t want to look over the edge of the cliff.
- Δεν ήθελε να κοιτάξει στην άκρη του γκρεμού.
- ⮡ She fell over a chair.
- απέναντι, στην μακρινή ή την αντίθετη πλευρά από κάτι
- ⮡ Whose house is over the way?
- Τίνος είναι το σπίτι απέναντι στο δρόμο;
- ⮡ Whose house is over the way?
- (all over) σε όλο το κάτι, σε ολόκληρο το κάτι, παντού σε, μέσα ή σε όλα ή τα περισσότερα μέρη κάτι
- ⮡ They shined their searchlights all over the yard.
- Έριχναν τους προβολείς τους σε όλη την αυλή.
- ⮡ It’s snowing all over northern England.
- Χιονίζει σ' ολόκληρη τη Βόρεια Αγγλία.
- ⮡ He has traveled all over Europe.
- Έχει ταξιδέψει παντού στην Ευρώπη.
- ⮡ They shined their searchlights all over the yard.
- πάνω από, παραπάνω από, περισσότερο από ένα συγκεκριμένο χρόνο, ποσό, κόστος κτλ.
- ⮡ way over average - πολύ πάνω από το μέσο όρο
- ⮡ We spoke for over an hour.
- Μιλήσαμε πάνω από μια ώρα.
- ⮡ She is over fifty.
- Είναι πάνω από (έχει περάσει τα) πενήντα.
- ⮡ We will stay for over a month.
- Θα μείνουμε πάνω από μήνα.
- ⮡ The thermometer will rise five degrees over zero.
- Tο θερμόμετρο θα ανεβεί πέντε βαθμούς πάνω από το μηδέν.
- ⮡ It weighs over ten tons.
- Ζυγίζει πάνω από/παραπάνω από δέκα τόννους.
- ≈ συνώνυμα: above
- πάνω σε, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος έχει έλεγχο ή εξουσία
- ⮡ He has no control over his passions.
- Δεν μπορεί να κυριαρχήσει πάνω στα πάθη του.
- ⮡ She reigned over a vast empire.
- Βασίλεψε πάνω σε μια απέραντη αυτοκρατορία.
- ⮡ He has no control over himself.
- Δεν εξουσιάζει τον εαυτό του.
- ⮡ He has no control over his passions.
- ενώ κάτι, κατά τη διάρκεια κάτι
- ⮡ We had a pleasant conversation over a cup of tea.
- Είχαμε μια ευχαρίστηση κουβέντα ενώ πίναμε το τσάι μας.
- ⮡ Can you stay over Sunday (i.e., until Monday)?
- Μπορείς να μείνεις την Κυριακή (δηλ. ως τη Δεύτερα);
- ⮡ Do you want to go for a cup of coffee over the weekend?
- Θέλεις να πάμε για έναν καφέ το Σαββατοκύριακο;
- ⮡ We will be having people over tonight.
- Θα έχουμε κόσμο απόψε.
- ⮡ He stops by frequently to see us and to chat over (=while drinking) a glass of ouzo.
- Περνάει συχνά να μας δει και να τα πούμε πίνοντας κάνα ουζάκι.
- ⮡ We had a pleasant conversation over a cup of tea.
- που περνά ένα συγκεκριμένο δύσκολο στάδιο ή κατάσταση
- ⮡ Did you get over your headache?
- Σου πέρασε ο πονοκέφαλος;
- ⮡ When he gets over his disappointment…
- Όταν περάσει η απογοήτευση σου…
- ⮡ Did you get over your headache?
- σχετικά με, περί, που σχετίζεται με κάτι
- σε, μέσω κάτι
- ⮡ She wouldn’t tell me over the phone.
- Δεν μου έλεγε στο τηλέφωνο.
- ⮡ She wouldn’t tell me over the phone.
- μέσα σε, που είναι πιο δυνατό από κάτι
- ⮡ I couldn’t hear what he said over the noise of the traffic.
- Δεν άκουσα τι είπε μέσα στον θόρυβο της κυκλοφορίας.
- ⮡ I couldn’t hear what he said over the noise of the traffic.
- πάνω από, παραπάνω από, μεταφορικά πιο ψηλά σε σπουδαιότερη θέση
- από, αντί για, δηλώνει προτίμηση
- ⮡ I prefer coffee over tea.
- Προτιμώ τον καφέ από το τσάι.
- ⮡ They chose Physics over History.
- Διάλεξαν τη Φυσική αντί για την Ιστορία.
- ≈ συνώνυμα: to, → και δείτε την πρόθεση instead of
- ⮡ I prefer coffee over tea.
- (μαθηματικά) διά (για τη διαίρεση)
Σύνθετα
[επεξεργασία]Εκφράσεις
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- over (adverb) - Oxford Learner's Dictionaries
- over (noun) - Oxford Learner's Dictionaries
- over (preposition) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 162, 315, 681, 692-695, 697-699. ISBN 9780194325684., λήμμα: βγαίνω, (ε)πάνω, πέρα, περνώ, πέφτω
Ολλανδικά (nl)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]over (nl)