θεωρῶ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: θεωρώ

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
θεωρῶ < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική θεωρῶ, συνηρημένος τύπος του θεωρέω

θεωρῶ

  1. βλέπω, κοιτάζω, θωρώ, παρατηρώ προσεκτικά
    ※  13ος/14ος αιώνας, Βέλθανδρος και Χρυσάντζα, ανωνύμου, στίχ. 1159 (1158-1159)
    «Βέλθανδρε, φῶς μου, μάτια μου, ψυχή μου καὶ καρδιά μου,
    νεκρὸν καὶ πῶς σὲ θεωρῶ, ἄπνουν καὶ πῶς σὲ βλέπω!
    Εμμανουήλ Κριαράς, (επιμ.), Βυζαντινά Ιπποτικά Μυθιστορήματα, Αετός, Αθήνα 1955, σελ. 123
    ※  πιθανόν 15ος αιώνας, Ιμπέριος και Μαργαρώνα, έμμετρη μυθιστορία, ανωνύμου, στίχ. 550 (549-550)
    Γυρεύουν καὶ πικραίνουνται νὰ εὑροῦν τὸ γατανίτσιν·
    θεωροῦν, καταγυρεύουν το, οὐκ ἠμποροῦν νὰ τό ᾽βρουν.
    Εμμανουήλ Κριαράς, (επιμ.), Βυζαντινά Ιπποτικά Μυθιστορήματα, Αετός, Αθήνα 1955, σελ. 225
  2. επιθεωρώ
  3. διαπιστώνω, καταλαβαίνω, διακρίνω
    ※  15ος αιώνας Λεόντιος Μαχαιράς, Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνικα, τουτέστιν Χρονικόν, Σάθας, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, Τόμος 2 σελ.@books-google
    Θεωρῶντα οἱ καβαλλάριδες τὸ πῶς ὁ Ρήγας δὲν ἐπίστευσεν, καὶ οἱ καταδίκοι του ἀναγκάζαν τὸ πρᾶγμα, ἐξ αὐτῶν τους ἐπῆγα κἄτινες κρυφὰ εἰς τὸν συνεσκάρδον, ὁ ποῖος ἦτον εἰς τὸ χωργιόν του καὶ δὲν εἶχεν κανέναν μαντάτον ἀληθινόν,
    ※  15ος αιώνας Λεόντιος Μαχαιράς, Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνικα, τουτέστιν Χρονικόν, Σάθας, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, Τόμος 2 σελ.@books-google
    Θεωρῶντα οἱ σοφοὶ ἄνδρες οἱ Κατελάνοι ὅτι οὐδὲν ὠφελοῦν, μᾶλλον μάλλωμαν γινίσκεται, ἐξέβησαν καὶ ἦλθαν εἰς τὴν ̓Αμμάχουστον τῇ κς' νοεμβρίου ατξς' Χριστοῦ καὶ ηὗραν τὴν ἀρμάδαν τῆς Κύπρου ἕτοιμην νὰ ἐβγῇ.
  4. γνωρίζω
  5. θεωρώ, νομίζω
  6. σκέφτομαι
  7. διαβλέπω, προβλέπω
  8. (αμετάβατο) προσέχω
  9. (μεταφορικά) βρίσκω
  10. (μεταφορικά) προσέχω
    ※  15ος αιώνας, Μαρίνος Φαλιέρος, Ερωτικόν ενύπνιον, στίχ. 95 (95-96) @georgakas.lit.auth.gr
    Τὰ ἄκουσα κι εἶδα εἶπα σου καὶ θώρειε τὸν γιατρό σου
    κι ἰδὲς τὸ γληγορώτερο νὰ γιάνης τὸ κακό σου.
    Arnold F. van Gemert (επιμ.), Μαρίνου Φαλιέρου Ερωτικά Όνειρα, κριτική έκδοση με εισαγωγή, σχόλια και λεξιλόγιο [Βυζαντινή και Νεοελληνική Βιβλιοθήκη, 4], ΜΙΕΤ, Αθήνα 2006, σ. 99-130.
  11. (στη μέση φωνή) φαίνομαι, μοιάζω με

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Ρηματικοί τύποι

[επεξεργασία]

μετοχές:

→ δείτε και τη λέξη θωρῶ

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Σύνθετα

[επεξεργασία]

συνθέτα του ρήματος:

Συγγενικά

[επεξεργασία]
 ετυμολογικό πεδίο 
θεωρ-, θωρ- 

Δε σχετίζεται το αὐθωρός


Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

θεωρῶ