«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»
Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 12ο (2013 - 2025)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 12ο (2013 - 2025)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine
«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».
Κωστής Παλαμάς
Τρίτη 15 Απριλίου 2025
ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ: ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙ ΤΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ
Το τροπάρι της Κασσιανής είναι πολύ αγαπημένο από τον ορθόδοξο λαό μας· πάνε να το ακούσουνε και άνθρωποι που δεν πηγαίνουνε ποτέ στην εκκλησιά. Σε τούτο συντελεί η έμπνευση με την οποία είναι γραμμένο, και το πάθος τής αμαρτωλής που μετανοιώνει, καθώς κ’ η ιστορία τής Κασσιανής που το σύνθεσε. Αλλά προπάντων, κατά την ιδέα μου, συγκινούσε τον κόσμο η μουσική του, πούναι αργή και μεγαλοπρεπής· γιατί οι δάσκαλοι της εκκλησιαστικής μουσικής μας το τονίσανε με ξεχωριστή αγάπη και φροντίδα.
Πλην αυτό μπορεί να το πη κανένας για τα περασμένα χρόνια· τώρα, δε μπορώ να καταλάβω τι ακούνε στις περισσότερες εκκλησίες που το ψέλνουνε, ή καλύτερα που το τραγουδούνε με κάποιον τρόπο αυτοσχέδιο, με μια μουσική τάχα ευρωπαϊκή, που τη φτιάνουνε άνθρωποι χωρίς χριστιανική κατάνυξη και χωρίς κανένα μουσικό αίσθημα, αλλά με κείνη τη νεκρή και ψεύτικη αντίληψη της μουσικής, που θαρρούνε πως είναι η μουσική που ταιριάζει στην εποχή μας.
Πρώτα πρώτα, άλλο είναι η ψαλμωδία, κι’ άλλο είναι το τραγούδισμα! Ούτε αυτό δεν το έχουνε καταλάβει αυτοί οι μαέστροι, που έχουνε σε όλα για ιδεώδες τους τη σκάλα τού Μιλάνου. Σ’ αυτό πρέπει να είμαστε περήφανοι για την προκομμένη τη φυλή μας, γιατί, όπως γίνεται σε όλα, ξεπεράσαμε τους Ευρωπαίους, επειδή σ’ αυτούς είναι διαφορετική η κοσμική μουσική από τη θρησκευτική, ενώ σε μας πάει να γίνη η μουσική τής εκκλησίας πιο κοσμική κι’ από την όπερα, κι’ από την οπερέττα μάλιστα. Να μη βασκαθούμε!
Αυτά τα σιχαμερά κι’ ανάλατα κατασκευάσματα που παρουσιάζουνε κάθε τόσο στην εκκλησία ο ένας κι’ ο άλλος νεραϊδοπαρμένος, έχουνε παραμορφώσει ολότελα τον σεμνό και βαθύν χαρακτήρα της εκκλησίας μας, τόσο που να απελπίζεται όποιος έχει μέσα του ακόμα γνήσια ελληνικά αισθήματα. Γιατί η εκκλησιαστική μουσική μας, καθώς και η εικονογραφία και η υμνωδία, δείχνουνε τις βαθειές και δυνατές ρίζες τής φυλής μας. Εμείς όμως κάνουμε το παν για να τις καταστρέψουμε, κ’ η αναισθησία με την οποία το κάνουμε δείχνει μεγάλον πνευματικό ξεπεσμό.
Κάθε φυλή είναι ένα φαινόμενο πνευματικό, κι’ όχι ένα κοπάδι που συνεπαίρνεται από το κάθε ρεύμα, σαν καράβι χωρίς τιμόνι. Εμείς όμως τυρβάζουμε περί πολλά, κι’ αφήνουμε τα τιμιώτατα στο κέφι του κάθε ανόητου. Και καυχιόμαστε θεατρικά για τη φυλή μας με λόγια πούναι κούφια από κάθε αληθινή έννοια, ενώ την αφήνουμε να γίνη ένας χαμαιλέοντας, και μάλιστα τη βοηθούμε να τελειοποιηθή στο φραγκολεβαντινισμό και σε κάθε πνευματικόν εκφυλισμό.
Έτσι λοιπόν και το τροπάρι της Κασσιανής, σε πολλές εκκλησίες ελληνικές ψέλνεται αγνώριστο, «μονδέρνο». Ο κάθε «νεωτεριστής» ψάλτης ντύνει την καϋμένη την Κασσιανή με ό,τι ρούχα του κατέβη στο κεφάλι· άλλος τη μασκαρεύει σαν τραγουδίστρια της οπερέττας, άλλος σαν αισθηματολογική κυρία τής πιο μπουνταλάδικης ρωμαντικής αναλατοσύνης, κ’ οι πιο πολλοί σαν μοντέρνα θεατρίνα: «Η καλλιτεχνία, κύριε, έχει πέραση σήμερις! Ο κόσμος ζήτα κατιτίς το μονδέρνο στην εκκλησία. Περάσανε εκείνα τα κομπογιαννίτικα». Καμαρώσετε, λοιπόν, Έλληνες τον πνευματικόν εκπρόσωπόν σας. Ό,τι εξαίσιο έργο έκανε η Ελλάδα στο περασμένα είναι «κομπογιαννίτικο».
Όλος ο πόνος και τα δάκρυα που μεταλλαχτήκανε από τούτη τη βασανισμένη φυλή σε διαμάντια αθάνατα, τα σεβάσμια εικονίσματα που κλαίγανε κείνοι που τα κάνανε, και βάζανε μέσα πόνο και αίμα, που τους δίνει «πνεύμα ζωής», είναι για τον σαρακοστιανόν αυτόν ανθρωπάκο «κομπογιαννίτικα». Το ίδιο είναι για δαύτον τα τραγούδια του λαού, κ’ η εξαίσια ψαλμωδία που έντυσε με το φυσικό τους ντύσιμο τα τροπάρια, πού ‘ναι γραμμένα από ανθρώπους με μεγάλο πνευματικό κάλλος.
Όλα αυτά, για τούτον τον αρλεκίνο της σήμερον είναι «κομπογιαννίτικα». Κι’ όλα αυτά τα κάνει από φόβο μην τον πούνε βλάχο και καθυστερημένον. Τα πάντα γίνουνται ολοκαύτωμα στο βωμό τής βλακείας και της ψωροπερηφάνειας. Αλλά ας σταθώ ως εδώ, επειδή μπορεί να πω κι’ άλλα χειρότερα. Όποτε συλλογιστώ τούτη την ξεπεσούρα μας, πονώ, πολύ πονώ.
Η Κασσιανή, η Κασσία, η Ικασία, έζησε στα χρόνια που βασίλευε στην Πόλη ο Θεόφιλος, από τα 829 έως 842 μ.Χ. Βαστούσε από αρχοντικό σπίτι, και γι’ αυτό ήτανε ανάμεσα στις πιο όμορφες και στις πιο σπουδασμένες παρθένες, που μαζευτήκανε στο παλάτι, για να διαλέξη ο βασιλιάς την καλύτερη για γυναίκα του. Αλλά έχασε την κορώνα από την εξυπνάδα της, γιατί περνώντας ο βασιλιάς από μπροστά της, τον σταμάτησε η εμορφιά της κ’ η σεμνότητά της. Και για να χαριεντισθή μαζί της, της είπε «Από τη γυναίκα πηγάσανε τα κακά», θέλοντας να πη πως η Εύα έφερε την κατάρα στους ανθρώπους.
Κ’ η Κασσιανή τού αποκρίθηκε «Αλλά κι’ από τη γυναίκα πηγάσανε τα καλύτερα» θέλοντας να πη πως η Παναγία έφερε στον κόσμο τη σωτηρία. Τότε ο Θεόφιλος, κρίνοντας πως ήτανε πολύ έξυπνη για να την πάρη γυναίκα, έδωσε το μήλο στη Θεοδώρα, και τη στεφανώθηκε. Η Κασσιανή φόρεσε το ράσο, κ’ έχτισε ένα μοναστήρι, που σωζότανε μέχρι τα τελευταία χρόνια του βυζαντινού κράτους και λεγόταν Ικάσιον και κει πέρασε τη ζωή της, με νηστεία και με μεγάλη ευλάβεια. Το αγαπημένο έργο της ήτανε το διάβασμα και το γράψιμο.
Η ΓΥΝΗ ΗΤΙΣ ΗΛΕΙΨΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΗΝ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΟΔΑΣ
Τῇ Ἁγίᾳ καὶ Μεγάλῃ Τετάρτῃ Δύο γυναῖκες, λέγουσιν οἱ κριτικώτεροι τῶν Εὐαγγελίων ἑρμηνευταί, ἤλειψαν τὸν Κύριον μύρῳ, ἡ μὲν πολὺν καιρὸν πρὸ τοῦ πάθους Αὐτοῦ, ἡ δὲ πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν· καὶ ἡ μὲν ὑπῆρχε πόρνη καὶ ἁμαρτωλή, ἡ δὲ σώφρων καὶ ἐνάρετος.
Τοῦ εὐλαβοῦς τούτου ἔργου τὴν μνήμην ἐπιτελοῦσα σήμερον ἡ ᾿Εκκλησία, καὶ εἰς τὸ πρόσωπον τῆς πόρνης αὐτὸ ἀναφέρουσα, συναναφέρει ἐνταυτῷ καὶ τὴν προδοσίαν τοῦ ᾿Ιούδα, ἅπερ ἀμφότερα ἐπράχθησαν, κατὰ τὴν ἱστορικὴν τοῦ Ματθαίου σειράν, δύο ἡμέρας πρὸ τοῦ νομικοῦ Πάσχα, Μαρτίου καʹ, ἡμέρᾳ Τετράδι τῆς ἑβδομάδος.
Ἡ γυνὴ λοιπὸν ἐκείνη ἤλειψε διὰ τοῦ μύρου τὴν κεφαλὴν καὶ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ καὶ διὰ τῶν τριχῶν τῆς κεφαλῆς αὐτῆς ἀπεσπόγγισεν αὐτούς. Τὸ πολύτιμον ἐκεῖνον μύρον ἐξετιμήθη 300 δηνάρια, ἢ περίπου 15 φλωρία βενετικά. ᾿Εκ τῶν μαθητῶν ἐξόχως ὁ φιλάργυρος ᾿Ιούδας σκανδαλίζεται, τάχα διὰ τὴν ἀπώλειαν τοιούτου μύρου.
Ο ᾿Ιησοῦς ἐπιπλήττει αὐτόν, ἵνα μὴ ἐνοχλῇ τὴν γυναῖκα· καὶ ὁ ᾿Ιούδας ἀγανακτῶν πορεύεται πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς, συνηγμένους εἰς τὴν αὐλὴν τοῦ Καϊάφα καὶ συμβουλευομένους ἤδη κατὰ τοῦ ᾿Ιησοῦ· καὶ συμφωνήσας μετ᾿ αὐτῶν τὴν προδοσίαν τοῦ διδασκάλου διὰ τριάκοντα ἀργύρια, ἀπὸ τότε ἐζήτει εὐκαρίαν ἵνα Αὐτὸν παραδῷ.
῞Ενεκα τούτου ἔλαβεν ἀρχὴν ἀπ᾿ αὐτῶν τῶν ἀποστολικῶν χρόνων ἡ νηστεία τῆς Τετράδος.
Δοξαστικὸν εἰς τὰ Ἀπόστιχα τῶν Αἴνων
Ἦχος πλ. δʹ. Ποίημα Κασσιανῆς Μοναχῆς
Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή, τὴν Σὴν αἰσθομένη Θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὁδυρομένη μύρα Σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι, ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος, ἔρως τῆς ἁμαρτίας.
Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ· κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας, ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ Σου κενώσει· καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους Σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις· ὧν ἐν τῷ Παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.
ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: ΔΕΙΝΟΝ Η ΡΑΘΥΜΙΑ, ΜΕΓΑΛΗ Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ
Εἴπαμε, ἀγαπητοί μου, ὅτι ἀπόψε θὰ μιλήσουμε σύντομα. Θὰ ἑρμηνεύσουμε τὴ φράσι ἑνὸς τροπαρίου τῆς Μεγάλης Τετάρτης ποὺ λέει· «Δεινὸν ἡ ῥαθυμία, μεγάλη ἡ μετάνοια» (3ο τροπ. αἴν. Μ. Τετ.). Θὰ δοῦμε πρῶτα τὴ ῥαθυμία καὶ κατόπιν τὴ μετάνοια. Παρακαλῶ προσέξτε.
Τί εἶνε ἡ «ραθυμία»; Μία ἀμέλεια. Ἀμέλεια ὄχι στὰ ὑλικὰ καὶ σαρκικὰ πράγματα· σ᾽ αὐτὰ οἱ περισσότεροι εἶνε ἐπιμελεῖς, φροντίζουν. Ἂν λ.χ. πρόκειται νὰ ταξιδέψουν, φροντίζουν νὰ προμηθευτοῦν τὸ εἰσιτήριο· ἂν πρόκειται νὰ δώσουν ἐξετάσεις, διαβάζουν καὶ τὴ νύχτα· ἂν εἶνε γεωργοί, σπέρνουν καὶ καλλιεργοῦν τὴ γῆ στὸν κατάλληλο καιρό· ἂν εἶνε ἔμποροι, ἐκμεταλλεύονται τὴν κίνησι τῆς ἀγορᾶς· σὲ ὅλα ἐν γένει δείχνουν ἐπιμέλεια.
Σὲ ἕνα δὲν δείχνουν· στὰ καθήκοντα ἀπέναντι τῆς ψυχῆς, τῆς ἀθανάτου ψυχῆς τους, γιὰ τὴν ὁποία ὁ Χριστὸς εἶπε· «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;» (Μᾶρκ. 8,36). Ἐκεῖ εἶνε τελείως ἀδιάφοροι. Θέλετε παραδείγματα; ὑπάρχουν ἄφθονα.
Ἔρχεται Κυριακή, χτυποῦν οἱ καμπάνες καὶ καλοῦν στὴ λατρεία. Ὅπως ἔχουμε πεῖ, 168 ὧρες ἔχει ἡ ἑβδομάδα, καὶ ὁ Θεὸς μᾶς ζητάει 1 ὥρα νὰ ἔρθουμε στὸ ναό, νὰ συγκεντρώσουμε τὶς σκέψεις καὶ τὴν καρδιά μας, νὰ προσευχηθοῦμε καὶ νὰ κοινωνήσουμε. Τίποτα! ἕνα μικρὸ ποσοστὸ ἐκκλησιάζεται. Πρὸ ἐτῶν στὴν αἴθουσα τῆς μητροπόλεως ἑρμήνευα στοὺς ἄντρες μία ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου καὶ οἱ παρόντες ἦταν ἐλάχιστοι. Τότε εἶπα σὲ κάποιον·
Πήγαινε τώρα νὰ μετρήσῃς στὶς ταβέρνες καὶ στὰ κέντρα διασκεδάσεως πόσοι εἶνε. Τὸν περιμέναμε καὶ ἐπέστρεψε. Καὶ τι μᾶς εἶπε· ἐμεῖς εἴχαμε εἴκοσι ἄντρες, καὶ ἐκεῖ εἶχαν πεντακόσους. Ποῦ εἶνε τὰ χρόνια ἐκεῖνα ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἀγαποῦσαν τὸν ἐκκλησιασμό! Αὐτὲς οἱ καμπάνες ποὺ χτυποῦν θὰ μᾶς δικάσουν ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως. Στὸν Πόντο, στὴ Μικρὰ Ἀσία οἱ Τοῦρκοι ἕνα διάστημα δὲν ἐπέτρεπαν καμπάνες. Καὶ ὅμως οἱ ναοὶ ἦταν γεμᾶτοι.
Σήμερα οἱ καμπάνες, ποὺ χτυπᾶνε συνεχῶς, ἀφήνουν ἀδιάφορους τοὺς πολλούς. «Στοῦ κουφοῦ τὴν πόρτα, ὅσο θέλεις χτύπα». Ἄλλο παράδειγμα. Ἔρχεται Μεγάλη Σαρακοστή, περίοδος πνευματική. Καὶ ἐνῷ τοὺς καλεῖς σὲ ἐξομολογήσι, δὲν ἔρχονται. Ἀφήνουν γιὰ τὴν τελευταία ὥρα, τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα, καὶ ἐξαντλοῦν τοὺς πνευ ματικούς. Ἐπίτηδες τὸ κάνει ὁ σατανᾶς.
Στὴν Ἀθήνα ἕνας θαυμάσιος πνευματικὸς δὲν ἔδιωχνε κανένα, ἀλλὰ –τι νὰ κάνῃ ὁ ἄνθρωπος– τοὺς δεχόταν ὅλους· καὶ ἀπὸ τὴ συρροὴ κόσμου (ἡ Ἀθήνα εἶνε ἀπέραντη πόλις) ἔπαθε μαλάκυνσι ἐγκεφάλου καὶ πέθανε. Αὐτὰ κάνει ἡ ἀμέλεια.
Ἀναφέρω κάτι ἀπὸ τὴν ὑπηρεσία μου ὡς στρατιωτικοῦ ἱερέως. Στὸ Γράμμο καὶ στὸ Βίτσι οἱ μαχηταὶ ἔπρεπε νὰ μένουν ἄγρυπνοι. Καὶ γνώρισα ἀξιωματικοὺς πού, γιὰ νὰ μὴν ἀποκοιμηθοῦν, εἶχαν ἕνα καρφὶ καὶ κεντοῦσαν τὸ κορμί τους, τὸ μάτωναν! Ἔτσι ἀποκτήσαμε ἐλεύθερη Μακεδονία. Δὲν ἦταν ἀμελεῖς ἐκεῖνοι· ἀγρυπνοῦσαν.
Ἄκουγαν τὸ «Γρηγορεῖτε», αὐτὸ ποὺ θ᾽ ἀκούσουμε μεθαύριο («Ἔστησαν τὰ τριάκοντα ἀργύρια…», θ΄ ἀντίφ. ὄρθρ. Μ. Παρασκ.). Κ᾽ ἐμεῖς στρατιῶτες εἴμαστε ὑπὸ τὴν σημαία τοῦ Χριστοῦ.
Καὶ ἔχουμε νὰ πολεμήσουμε ἐχθροὺς φοβερούς, ὅπως εἶνε ἡ σάρκα (ὁ «οἶστρος ἀκολασίας»), ὁ σατανᾶς (ποὺ δὲν ἀφήνει ἥσυχο κανένα ἀλλὰ «ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ»- Α΄ Πέτρ. 5,8), καὶ ὁ κόσμος. Ἐμεῖς γρηγοροῦμε ἢ ἀμελοῦμε;
Ποῦ νὰ στραφῶ; λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος σὲ μιὰ ὁμιλία του· στὰ ἀνάκτορα καὶ τοὺς ἄρχοντες, στοὺς ἄντρες καὶ τὶς γυναῖκες, στοὺς στρατιῶτες καὶ ἀξιωματικούς, στὴ νεότητα; ζήτημα νὰ ἐκκλησιάζεται ἕνας στοὺς ἑκατό. Τί νὰ ποῦμε τώρα ἐμεῖς; ἀμέλεια ὑπάρχει, εἴμαστε ἀμελεῖς. Καὶ ἡ ἁγία Γραφὴ λέει· «Ἐπικατάρατος ὁ ποιῶν τὰ ἔργα Κυρίου ἀμελῶς» (Ἰερ. 31,10), αὐτὸς ποὺ δὲν ἐκτελεῖ μὲ ἐπιμέλεια τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου εἶνε ἄξιος καταδίκης. Θὰ δικαστοῦμε γιὰ τὴν ἀμέλειά μας. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε χρόνο, καὶ ὁ χρόνος περνάει μὲ ἀμέλεια.
ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΤΑΡΤΗΣ - Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΔΕΙΠΝΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΣΧΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΕΠΕΡΧΟΜΕΝΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΟΥΔΑ
«Τῇ δὲ πρώτῃ τῶν ἀζύμων προσῆλθον οἱ μαθηταὶ τῷ ᾿Ιησοῦ λέγοντες αὐτῷ· ποῦ θέλεις ἑτοιμάσωμέν σοι φαγεῖν τὸ πάσχα; ὁ δὲ εἶπεν· ὑπάγετε εἰς τὴν πόλιν πρὸς τὸν δεῖνα καὶ εἴπατε αὐτῷ· ὁ διδάσκαλος λέγει, ὁ καιρός μου ἐγγύς ἐστι· πρὸς σὲ ποιῶ τὸ πάσχα μετὰ τῶν μαθητῶν μου(:την πρώτη λοιπόν από τις επτά ημέρες που διαρκούσε η εορτή των αζύμων, δηλαδή του Πάσχα, ήλθαν οι μαθητές στον Ιησού και του είπαν:
“Πού θέλεις να σου ετοιμάσουμε να φας το Πάσχα;” Κι ο Ιησούς τους απάντησε: “Πηγαίνετε στην πόλη στον τάδε και να του πείτε: “Ο διδάσκαλος λέει: Ο καιρός του Πάθους μου πλησιάζει. Σκέφτομαι να κάνω με τους μαθητές μου στο σπίτι σου το καινούργιο Πάσχα και όχι εκείνο που από αύριο το βράδυ θα αρχίσουν να εορτάζουν οι Ιουδαίοι”)» [Ματθ.26,17-18]
«Πρώτη τῶν ἀζύμων» ονομάζει την προηγούμενη των αζύμων· διότι συνήθιζαν πάντοτε να υπολογίζουν την ημέρα από την εσπέρα· και αναφέρει την ημέρα εκείνη, κατά την εσπέρα της οποίας επρόκειτο να θυσιάσουν τον πασχάλιο αμνό· διότι είχαν έλθει την πέμπτη ημέρα της εβδομάδος. Αυτήν την ημέρα λοιπόν, ο μεν ένας ευαγγελιστής την ονομάζει «πρώτη τῶν ἀζύμων», εννοώντας τον χρόνο κατά τον οποίο προσήλθαν· ο δε άλλος ευαγγελιστής λέγει ως εξής:
«Ἤγγιζε δὲ ἡ ἑορτὴ τῶν ἀζύμων ἡ λεγομένη πάσχα(:πλησίαζε τότε η εορτή των Αζύμων, που ονομαζόταν Πάσχα. Στη γιορτή αυτή οι Ιουδαίοι επτά ημέρες έτρωγαν άζυμο ψωμί)»[Λουκά 22,1]. Με το «ἢγγιζεν» αυτό, εννοεί ότι πλησίαζε, ήταν επί θύραις, αναφέρεται δηλαδή στην εσπέρα εκείνη, διότι από την εσπέρα άρχιζαν. Για τον λόγο αυτόν και ο καθένας προσθέτει «όταν θυσιαζόταν το Πάσχα».
Και Του λένε: «Ποῦ θέλεις ἑτοιμάσωμέν σοι φαγεῖν τὸ πάσχα;». Ώστε και από αυτό είναι φανερό ότι δεν είχε οικία, δεν είχε κατάλυμα. Εγώ μάλιστα νομίζω ότι ούτε αυτοί είχαν· διότι οπωσδήποτε θα Τον παρακαλούσαν να μεταβεί εκεί. Αλλά δεν είχαν ούτε αυτοί, διότι όλα τα είχαν απαρνηθεί. Για ποιον όμως λόγο, αναρωτιούνται κάποιοι, τελούσε το Πάσχα; Για να δείξει με όλα μέχρι την τελευταία ημέρα ότι δεν είναι αντίθετος με τον μωσαϊκό νόμο. Και γιατί τους στέλνει προς έναν άγνωστο άνθρωπο;
Για να αποδείξει με αυτό ότι μπορούσε να μην υποστεί το πάθος· διότι αυτός που έπεισε τον νου εκείνου ώστε να τους δεχτεί, και αυτό μόνο με τα λόγια, τι δεν θα μπορούσε να κάνει εναντίον των σταυρωτών Του, εάν βεβαίως δεν ήθελε να πάθει; Και έκαμε και εδώ ό,τι έκαμε και με τον όνο· διότι και εκεί λέγει:
«Πορεύθητε εἰς τὴν κώμην τὴν ἀπέναντι ὑμῶν, καὶ εὐθέως εὑρήσετε ὄνον δεδεμένην καὶ πῶλον μετ᾿ αὐτῆς· λύσαντες ἀγάγετέ μοι.καὶ ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ τι, ἐρεῖτε ὅτι ὁ Κύριος αὐτῶν χρείαν ἔχει· εὐθέως δὲ ἀποστέλλει αὐτούς(:πηγαίνετε στο χωριό που βλέπετε απέναντί σας κι αμέσως θα βρείτε ένα θηλυκό γαϊδούρι δεμένο κι ένα πουλάρι μαζί του. Λύστε το και φέρτε μου και τα δύο εδώ·και αν σας πει κανείς τίποτε, θα πείτε ότι ο Κύριος τα χρειάζεται κι αμέσως θα σας τα στείλει πίσω)» [Ματθ.21,3].
Έτσι και εδώ: «ὁ διδάσκαλος λέγει,πρὸς σὲ ποιῶ τὸ πάσχα». Εγώ όμως δεν θαυμάζω μόνο αυτό, ότι ο άνθρωπος εκείνος Τον υποδέχτηκε ενώ ήταν άγνωστος, αλλά το ότι ενώ περίμενε να προκαλέσει τόση έχθρα και άσπονδο πόλεμο, περιφρόνησε το μίσος των πολλών.
Δευτέρα 14 Απριλίου 2025
ΤΗ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ
Τη Αγία και Μεγάλη Δευτέρα
Απὸ τῆς σήμερον ἄρχονται τὰ ἅγια πάθη τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν· καὶ πρῶτον πάντων λαμβάνεται εἰς τύπον αὐτοῦ ᾿Ιωσὴφ ὁ πάγκαλος. ῏Ην δὲ οὗτος υἱὸς τοῦ ᾿Ιακὼβ ἑνδέκατος· ὅστις φθονηθεὶς ὑπὸ τῶν ἰδίων ἀδελφῶν καὶ εἰς λάκκον βληθείς, εἶτα πωληθεὶς εἰς ἀλλοφύλους, καὶ ὑπ᾿ ἐκείνων πάλιν εἰς Αἴγυπτον, καὶ διὰ τὴν σωφροσύνην αὐτοῦ συκοφαντηθεὶς καὶ εἰς φυλακὴν καταδικασθείς, καὶ τελευταῖον ἐξαχθεὶς ἐκεῖθεν μετὰ δόξης πολλῆς καὶ τιμηθεὶς ὡς βασιλεύς, καὶ γενόμενος κύριος πάσης γῆς Αἰγύπτου καὶ σιτοδότης παντὸς τοῦ λαοῦ· διὰ τούτων πάντων ἐτύπωσεν εἰς ἑαυτὸν τὰ πάθη καὶ τὴν μετὰ ταῦτα δόξαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Εἰς τὴν μνήμην ταύτην τοῦ ᾿Ιωσὴφ ἐπισυνάπτεται καὶ ἡ ἱστορία τῆς ὑπὸ τοῦ Κυρίου, κατὰ τὴν σήμερον τὸ πρωΐ, ιθʹ Μαρτίου, καταραθείσης καὶ ξηρανθείσης συκῆς διὰ τὴν ἑαυτῆς ἀκαρπίαν. Εἰκόνιζε δὲ αὕτη τῶν ᾿Ιουδαίων τὴν συναγωγήν, ἥτις, μὴ ἔχουσα τὸν ἀπαιτούμενον καρπὸν τῆς ἀρετῆς καὶ εὐσεβείας, ἐγυμνώθη πάσης χάριτος πνευματικῆς διὰ τῆς κατάρας.
ΑΓΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΠΑΓΚΑΛΟΣ ΕΙΣ ΤΥΠΟΝ ΧΡΙΣΤΟΥ
ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ: ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ - ΑΠΟΣΤΟΜΩΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥΣ
ΠΑΝΤΕΛΗ ΠΑΣΧΟΥ: Η ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ ΚΑΤΕΛΥΘΗ ΤΥΡΑΝΝΙΣ
ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ: ΜΝΕΙΑ ΤΗΣ ΥΠΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΤΑΡΑΣΘΕΙΣΗΣ ΚΑΙ ΞΗΡΑΝΘΕΙΣΗΣ ΣΥΚΗΣ
ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ ΚΑΙ ΟΡΘΡΟΣ Μ. ΔΕΥΤΕΡΑΣ (2024)
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ: ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗΝ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΟΣ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΞΗΡΑΝΘΕΙΣΑΝ ΣΥΚΗΝ
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ: Η ΞΗΡΑΝΘΕΙΣΑ ΣΥΚΙΑ
ΟΡΘΡΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ: Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ ΓΕΩΡΓΩΝ
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ ΓΕΩΡΓΩΝ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΧΑΡΝΩΝ: Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΝΥΜΦΙΟΥ - Ο ΟΡΘΡΟΣ ΤΗΣ Μ. ΔΕΥΤΕΡΑΣ
ΑΝΔΡΕΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ
ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ ΚΑΙ ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΙΟΥΣΤΙΝΗΣ, ΦΥΛΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ - ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ
ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ: O IEΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΑΡΠΗ ΣΥΚΙΑ ΠΟΥ ΞΕΡΑΘΗΚΕ
ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ: ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ - Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΓΙΟΥΣ
ΑΓΙΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗ: Η ΣΥΚΙΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ: ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ - Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΓΙΟΥΣ
[Μέρος τρίτο: υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ.21,28-32:
Στη συνέχεια λέει: «Τί δὲ ὑμῖν δοκεῖ; Ἄνθρωπός τις εἶχε τέκνα δύο, καὶ προσελθὼν τῷ πρώτῳ, εἶπε· Τέκνον, ὕπαγε σήμερον ἐργάζου ἐν τῷ ἀμπελῶνί μου(:Πώς σας φαίνεται αυτό που θα σας πω; Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους. Κι αφού πλησίασε τον πρώτο, του είπε: ‘’Παιδί μου, πήγαινε σήμερα και δούλεψε στο αμπέλι μου’’).Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς, εἶπεν· Οὐ θέλω· ὕστερον δὲ μεταμεληθεὶς, ἀπῆλθε(:Εκείνος του αποκρίθηκε: ‘’Δεν θέλω να πάω’’. Ύστερα όμως μετάνιωσε και πήγε).Καὶ προσελθὼν τῷ δευτέρῳ, εἶπεν ὡσαύτως. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς, εἶπεν· Ἐγώ, κύριε· καὶ οὐκ ἀπῆλθε(:Πλησίασε τότε και τον δεύτερο γιο και του είπε τα ίδια. Κι αυτός του αποκρίθηκε: ‘’Μάλιστα, κύριε, πηγαίνω’’. Και δεν πήγε). Τίς ἐκ τῶν δύο ἐποίησε τὸ θέλημα τοῦ πατρός; Λέγουσιν αὐτῷ· Ὁ πρῶτος. (:Ποιος από τους δύο έκανε το θέλημα του πατέρα του; Του λένε: ‘’Ο πρώτος’’)»[Ματθ.21,28-31].
Πάλι τους ελέγχει με παραβολές υπαινισσόμενος και την αγνωμοσύνη των Ιουδαίων και την ευπείθεια των ειδωλολατρών που τους περιφρονούσαν πάρα πολύ· διότι οι δύο αυτοί υιοί αυτό δηλώνουν, πράγμα που συνέβη και επί των εθνικών και επί των Ιουδαίων. Καθόσον οι εθνικοί αν και δεν υποσχέθηκαν να υπακούσουν και δεν υπήρξαν ακροατές του νόμου, απέδειξαν τελικά την υπακοή τους με τα έργα τους. Ενώ οι Ιουδαίοι αν και είπαν «πάντα, ὅσα εἶπεν ὁ Θεός, ποιήσομεν καὶ ἀκουσόμεθα. ἀνήνεγκε δὲ Μωυσῆς τοὺς λόγους τούτους πρὸς τὸν Θεόν(:όλα όσα διέταξε ο Θεός θα εφαρμόσουμε και θα υπακούσουμε)»[Έξ. 19,8], όμως στην πράξη παράκουσαν.
Για τον λόγο λοιπόν αυτόν, για να μη νομίσουν ότι ο νόμος τούς ωφελεί, τους αποδεικνύει ότι αυτός ο ίδιος ο νόμος τούς καταδικάζει, πράγμα που και ο Παύλος το λέγει ως εξής: «Οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ᾿ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται(: διότι δίκαιοι ενώπιον του Θεού είναι όχι όσοι ακούνε απλώς την ανάγνωση του θείου νόμου, αλλά όσοι τηρούν και εφαρμόζουν τον νόμο· αυτοί θα αναγνωριστούν δίκαιοι)»[Ρωμ. 2,13]. Για τον λόγο αυτόν, θέλοντας να τους κάνει να κατακρίνουν μόνοι τους τους εαυτούς τους, προετοιμάζει τα πράγματα ώστε μόνοι να βγάλουν την απόφαση, πράγμα που κάνει και στην παρούσα παραβολή του αμπελώνα.
Και για να συμβεί αυτό επιρρίπτει την κατηγορία σε άλλο πρόσωπο, αυτό του δεύτερου γιου της παραβολής· διότι επειδή δεν θα ήταν δυνατό να αποσπάσει απευθείας την ομολογία τους, τους οδηγεί στη συνέχεια με την παραβολή εκεί όπου ήθελε. Όταν λοιπόν, επειδή δεν αντιλήφτηκαν το νόημα των λόγων Του, έβγαλαν την απόφαση, τότε αποκαλύπτει πλέον αυτό που υπονοούσε και λέγει: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ(: αληθινά σας λέω ότι οι τελώνες και οι πόρνες, οι οποίες στην αρχή έδειξαν απείθεια στον νόμο του Θεού, πηγαίνουν πριν από σας, τους Φαρισαίους και γραμματείς, στη βασιλεία του Θεού· διότι εσείς με λόγια μόνο δείξατε υπακοή στον Θεό, στην πραγματικότητα όμως υπήρξατε απειθείς και άπιστοι).
Ἦλθε γὰρ πρὸς ὑμᾶς ᾿Ιωάννης ἐν ὁδῷ δικαιοσύνης, καὶ οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ· οἱ δὲ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι ἐπίστευσαν αὐτῷ· ὑμεῖς δὲ ἰδόντες, οὐ μετεμελήθητε ὕστερον, τοῦ πιστεῦσαι αὐτῷ(:διότι ήλθε σε σας ο Ιωάννης κηρύττοντας την οδό της αρετής, τον ενάρετο τρόπο ζωής και συμπεριφοράς, κι όμως δεν πιστέψατε σε Αυτόν. Οι τελώνες όμως και οι πόρνες πίστεψαν σε Αυτόν. Κι εσείς, ενώ τους είδατε να πιστεύουν, ούτε καν ύστερα μεταμεληθήκατε, ώστε να πιστέψετε σε Αυτόν’’)»[Ματθ.21,32]· διότι εάν έλεγε απλώς ότι «οι πόρνες εισέρχονται πριν από εσάς», θα τους φαινόταν ο λόγος ενοχλητικός, ενώ τώρα που διατυπώνει τη σκέψη Του μετά τη δική τους γνώμη, φαίνεται ο λόγος Του υποφερτός. Για τον λόγο αυτόν προσθέτει και την αιτία.
Ποια λοιπόν ήταν αυτή; «Ἦλθε γὰρ(:διότι ήλθε)», λέγει, «πρὸς ὑμᾶς ᾿Ιωάννης(:σε σας ο Ιωάννης)», όχι προς εκείνους· και όχι μόνο αυτό, αλλά και «ἐν ὁδῷ δικαιοσύνης (:κηρύττοντας την οδό της αρετής, τον ενάρετο τρόπο ζωής και συμπεριφοράς)». Ούτε βέβαια μπορείτε να τον κατηγορήσετε ότι ήταν κάποιος αδιάφορος και ότι δεν ωφελούσαν σε τίποτε, αλλά και ο τρόπος της ζωής του ήταν ανεπίληπτος και η φροντίδα του μεγάλη, παρ’ όλ’ αυτά όμως δεν τον προσέξατε.
Και μαζί με αυτό τους κατηγορεί και για άλλο πράγμα, ότι δηλαδή οι τελώνες τον πρόσεξαν· και μετά από αυτήν την κατηγορία τούς κατηγορεί και για άλλο, ότι δηλαδή δεν τον πρόσεξαν ούτε και μετά από αυτούς. Φυσικά έπρεπε πριν από αυτούς να πιστέψουν, το ότι όμως δεν πίστεψαν ούτε και μετά από αυτούς, αυτό δεν έχει καμία συγχώρηση· και είναι μεν απερίγραπτος ο έπαινος εκείνων, ενώ αυτών η κατηγορία. «Προς εσάς ήλθε και δεν τον δεχθήκατε, δεν πήγε προς εκείνους και τον δεχθήκανε και ούτε καν εκείνους δεχθήκατε ως διδασκάλους σας».
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ ΓΕΩΡΓΩΝ
Μ. Δευτέρα [Κυριακὴ Βαΐων βράδυ] (Μθ 21,33-46)
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἐν ὄψει τοῦ σταυρικοῦ θανάτου του ἐλέγχει τὴν κακότητα τῆς ἄρχουσας θρησκευτικῆς τάξεως τῶν Ἰουδαίων (ἀρχιερέων καὶ γραμματέων) μὲ τὴν καυστικὴ παραβολὴ τῶν κακῶν γεωργῶν.
Ἕνας νοικοκύρης (= ὁ Θεός), λέει στὴν παραβολή, φύτεψε ἀμπέλι (= τὸν Ἰσραὴλ) καὶ ἔβαλε γύρω περίφραξη (= τὸ Νόμο) καὶ ἄνοιξε στὸ βράχο πατητῆρι (= θυσιαστήριο) καὶ ἔκτισε πύργο (= τὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος) καὶ τὸ ἐμπιστεύθηκε σὲ γεωργοὺς (στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ στοὺς ἄρχοντας, γιὰ νὰ κυβερνοῦν τὸ λαό του καὶ νὰ τὸν καθοδηγοῦν κατὰ τὸ θέλημά του) καὶ ἔφυγε (= τοὺς ἄφησε ἐλεύθερους).
Ὅταν πλησίασε ὁ καιρὸς τῆς καρποφορίας, ὁ Θεὸς ἔστειλε τοὺς δούλους του (= τοὺς προφῆτες) πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς νὰ πάρει τοὺς καρπούς του (= τὰ καλὰ ἔργα τους). Ἀλλ’ ἐκεῖνοι τοὺς ἔπιασαν καὶ ἄλλον μὲν ἔδειραν, ἄλλον σκότωσαν, ἄλλον λιθοβόλησαν.
Οἱ ἄξιοι τιμωρίας τιμωροῦν τοὺς ἀθῴους. Οἱ ἄξιοι καταδίκης γίνονται δικασταί. Ἀνατροπὴ τῆς τάξεως. Ἐπανάσταση. Ἀνταρσία. Τὸν προφήτη ᾿Ιερεμία τὸν ἔρριξαν σὲ λάκκο γεμάτο ἀκαθαρσία. Τὸν Μιχαΐα τὸν χτύπησε στὴ σιαγόνα ὁ Σεδεκίας.
Τὸν Ζαχαρία, γιὸ τοῦ Βαραχίου, τὸν φόνευσαν μὲ λιθοβολισμὸ ἀνάμεσα στὸ ναὸ καὶ στὸ θυσιαστήριο. Τὸν Ἰωάννη τὸν βαπτιστὴ τὸν ἀποκεφάλισαν μὲ μαχαῖρι. Καὶ ὁ μὲν Θεὸς μακροθυμοῦσε καὶ ἔστελνε καὶ ἄλλους προφῆτες περισσότερους ἀπὸ πρίν, οἱ δὲ ἀρχιερεῖς ἀποθρασύνθηκαν καὶ τοὺς ἔκαναν κι ἐκείνους τὰ ἴδια.
Ἔτσι φάνηκε ἡ μεγαλοψυχία του, φάνηκε καὶ ἡ κακουργία τους. Τελευταῖον στέλνει ὁ Θεὸς τὸ Γιό του, σκεπτόμενος ὅτι ἴσως θὰ τὸν ντραποῦν. Ὄχι ὅτι δὲν ἤξερε τί θὰ τὸν κάνουν, ἀλλὰ λέει «ἴσως», γιὰ νὰ φανεῖ τί θὰ κάνουν. Ὁ Θεὸς ὡς παντογνώστης πρόβλεψε τὴ διαγωγὴ τῶν κακῶν γεωργῶν, ἀλλὰ δὲν δέσμευσε τὴν ἐλευθερία τους νὰ ἐνεργήσουν ὅπως ἐνήργησαν, ἀφοῦ αὐτοὶ δὲν ἤξεραν τὶς βουλές του.
Λέγεται ὅτι, ὅταν ὁ λύκος δοκιμάσει αἷμα ζώου, γίνεται ἀσυγκράτητος. Καὶ αὐτοὶ λοιπὸν ἔγιναν λύκοι βαρεῖς ποὺ διψοῦσαν αἷμα ἀνθρώπινο, αἷμα δικαίων, καὶ ἔφτασαν νὰ ὁρμήσουν καὶ ἐναντίον τοῦ Γιοῦ τοῦ Θεοῦ. «Ἐμπρός, εἶπαν, ἂς τὸν σκοτώσουμε, καὶ ἂς τοῦ πάρουμε τὴν κληρονομία».
Ὁ Ἰησοῦς ἐδῶ ζωγραφίζει τὸ μέγεθος τῆς κακότητος καὶ τῆς ζηλοτυπίας τῶν ἀρχιερέων τῶν ἡμερῶν του. Οἱ ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς δὲν τὸν ἄντεξαν ἄλλο· ἔβλεπαν κάθε μέρα νὰ κερδίζει ἔδαφος, νὰ τὸν ὑποδέχεται ὁ λαὸς μὲ ἐνθουσιασμό, νὰ παίρνει μαστίγιο καὶ νὰ διώχνει τοὺς ἐμπόρους ἀπὸ τὸ ναό, πλήττοντας τὰ οἰκονομικά τους συμφέροντα. Ἕως πότε, εἶπαν, θὰ τὸν ἀνεχόμαστε;
Τὸν ἔπιασαν λοιπόν, τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὸν σκότωσαν, τὸν σταύρωσαν. Ὁ Ἰωάννης χρυσόστομος τοὺς ἐρωτᾶ· Μὰ γιατί; τί μικρὸ ἢ μεγάλο ἔχετε νὰ τὸν κατηγορήσετε; Ἐπειδὴ σᾶς τίμησε, καὶ ἐνῷ ἦταν Θεός, ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἔκανε γιὰ σᾶς τὰ μύρια ἐκεῖνα θαύματα; Μήπως ἐπειδὴ συγχωροῦσε τ’ ἁμαρτήματα ἢ ἐπειδὴ προσκαλοῦσε στὴ βασιλεία του;
Ὁ Ρωμαῖος αὐτοκράτορας Τίτος μπῆκε μὲ τὶς λεγεῶνες του στὰ ᾿Ιεροσόλυμα σὰν θεία δίκη καὶ ἔκανε μία καταστροφή, ποὺ ἄλλη τέτοια δὲν μαρτυρεῖται στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου. Ὁ Ἰώσηπος ἀναφέρει ὅτι ὁ ναὸς κάηκε καὶ καταστράφηκε ἐκ θεμελίων. Ἡ πόλη ὀργώθηκε ὅπως τὸ χωράφι, μὲ τὸ ἀλέτρι. Πάνω ἀπὸ ἕνα ἑκατομμύριο Ἰουδαῖοι φονεύτηκαν ἢ πουλήθηκαν σὰν δοῦλοι στὴ Ρώμη καὶ στὴν Ἀλεξάνδρεια.
ΟΡΘΡΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ: Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ ΓΕΩΡΓΩΝ
[Μέρος τέταρτο: υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ. 21, 33-42]
«Ἂλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησεν(:ακούστε και άλλη παραβολή: ένας άνθρωπος οικοδεσπότης φύτεψε αμπέλι και ύψωσε γύρω από αυτό ένα φράκτη και έσκαψε μέσα σε αυτό ένα πατητήρι και μία δεξαμενή και έκτισε πύργο, για να μένουν οι εργάτες και οι φύλακες· εμπιστεύτηκε αυτό σε κάποιους γεωργούς και αναχώρησε σε άλλη χώρα).
ὅτε δὲ ἤγγισεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ(:όταν λοιπόν πλησίασε ο καιρός του τρυγητού, έστειλε τους δούλους του στους γεωργούς, για να πάρουν τους καρπούς που αυτός δικαιούνταν). καὶ λαβόντες οἱ γεωργοὶ τοὺς δούλους αὐτοῦ ὃν μὲν ἔδειραν, ὃν δὲ ἀπέκτειναν, ὃν δὲ ἐλιθοβόλησαν(:οι γεωργοί, όμως, όντας μοχθηροί και άπληστοι, συνέλαβαν τους δούλους και άλλον έδειραν, άλλον φόνευσαν, άλλον λιθοβόλησαν). πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων, καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως
(:Πάλι ο οικοδεσπότης έστειλε άλλους δούλους, περισσοτέρους από τους πρώτους και έκαμαν και σε αυτούς τα ίδια). ὕστερον δὲ ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου(:ύστερα επίσης έστειλε προς αυτούς τον υιό του λέγοντας: ‘’Οι άνθρωποι αυτοί θα ντραπούν τουλάχιστον το παιδί μου’’). οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ(:οι γεωργοί όμως, όταν είδαν τον υιό, είπαν μεταξύ τους: ‘’Αυτός είναι ο κληρονόμος· ελάτε, ας τον φονεύσουμε και ας καταλάβουμε οριστικά πλέον εμείς την κληρονομία του). καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος, καὶ ἀπέκτειναν(:και αφού τον συνέλαβαν, τον έβγαλαν έξω από το αμπέλι και εκεί τον φόνευσαν).
Ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις;(: Μετά από τη διήγηση της παραβολής ρώτησε ο Χριστός τους αρχιερείς και πρεσβυτέρους του λαού: “όταν λοιπόν έλθει ο κύριος του αμπελώνα, τι θα κάμει στους γεωργούς εκείνους;”). λέγουσιν αὐτῷ· κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν(:Και αυτοί του απάντησαν: “τόσο κακοί που υπήρξαν, με τον χειρότερο θάνατο θα τους εξολοθρεύσει και θα εμπιστευτεί σε άλλους γεωργούς τον αμπελώνα, οι οποίοι θα δώσουν σε αυτόν τους οφειλόμενους καρπούς στην κατάλληλη εποχή”). λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν;(:Λέγει σε αυτούς ο Ιησούς:
“ουδέποτε λοιπόν διαβάσατε στις Γραφές: «λίθο, [δηλαδή Εμένα], τον οποίο απέρριψαν ως ακατάλληλο οι χτίστες, [εσείς, δηλαδή, οι οικοδόμοι του λαού], έγινε ακρογωνιαίος λίθος στην πνευματική οικοδομή του Θεού, [δηλαδή στην Εκκλησία] η οποία έγινε παρά του Θεού και είναι αξιοθαύμαστη στους οφθαλμούς μας;»).διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν ὅτι ἀρθήσεται ἀφ᾿ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς(:Για τούτο σας λέγω ότι θα αφαιρεθεί από σας η βασιλεία [και η ιδιαίτερη προστασία του Θεού και θα δοθεί σε έθνος, που θα παράγει καρπούς [δηλαδή έργα αγαθά, που είναι οι καρποί της βασιλείας αυτής])· καὶ ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται· ἐφ᾿ ὃν δ᾿ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν(:και εκείνος, ο οποίος θα πέσει με εχθρικές διαθέσεις εναντίον του ακρογωνιαίου αυτού λίθου, θα κατατσακιστεί. Και σε όποιον πέσει επάνω ο βαρύς αυτός λίθος, θα τον κάμει συντρίμμια και σκόνη[Όποιος δηλαδή πολεμήσει τον Χριστό, θα αντικρίσει την οργή Του και θα καταλήξει στον όλεθρο και τον αφανισμό {ερμηνεία Παναγιώτου Τρεμπέλα}]).
καὶ ἀκούσαντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι τὰς παραβολὰς αὐτοῦ ἔγνωσαν ὅτι περὶ αὐτῶν λέγει· καὶ ζητοῦντες αὐτὸν κρατῆσαι ἐφοβήθησαν τοὺς ὄχλους ἐπειδὴ ὡς προφήτην αὐτὸν εἶχον(:και όταν άκουσαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι τις παραβολές Του, εννόησαν πλέον ότι γι' αυτούς ομιλεί και σε αυτούς αναφέρεται. Και παρόλο που ζητούσαν να Τον συλλάβουν, δεν τόλμησαν, επειδή φοβήθηκαν τον λαό, ο οποίος Τον θεωρούσε προφήτη και Τον τιμούσε)»[Ματθ.21,33-42].
Πολλά υπαινίσσεται με την παραπάνω παραβολή ο Κύριος· την πρόνοια του Θεού που έδειξε προς τους Ιουδαίους από ψηλά, τη φονική διάθεση που είχαν από την αρχή οι Ιουδαίοι, το ότι δεν παραλείφθηκε τίποτε από όσα έπρεπε για τη φροντίδα τους, το ότι όχι μόνο δεν τους αποστράφηκε ο Θεός και όταν ακόμη φόνευσαν τους προφήτες, αλλά απέστειλε ακόμη και τον Υιό του για να τους βοηθήσει να σωθούν· το ότι ένας και ο αυτός είναι ο Θεός της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, το ότι θα επιτύχει με τον θάνατό Του πολλά, το ότι οι Ιουδαίοι υφίστανται τη βαριά τιμωρία για τη σταύρωση και το τόλμημά τους εκείνο· την πρόσκληση των εθνών και την έκπτωση των Ιουδαίων. Γι' αυτό και τοποθετεί την παραβολή αυτή στη σειρά αμέσως μετά από αυτήν που είχε προηγηθεί(: η παραβολή των δύο γιων, που ο ένας αρχικά είπε ότι θα έκανε το θέλημα του πατέρα του και δεν το έκανε, ενώ ο δεύτερος ήταν αυτός που μολονότι αρχικά αρνήθηκε, έπειτα μετανόησε και το έκανε: Ματθ.21,28-32), για να δείξει ότι το έγκλημα των Ιουδαίων είναι πολύ μεγάλο και δύσκολα συγχωρείται.
Πώς και με ποιο τρόπο επιτυγχάνει να το δείξει αυτό; Διότι, ενώ τόσο πολύ τους φρόντισε ο Θεός, εντούτοις τους υποσκέλισαν οι πόρνες και οι τελώνες και μάλιστα τους υποσκέλισαν σε πολύ μεγάλο βαθμό. Πρόσεχε όμως και του Θεού τη μεγάλη πρόνοια γι΄αυτούς και την απερίγραπτη αδράνειά τους. Πραγματικά, αυτά που ήσαν έργο και αποστολή των γεωργών, τα ανέλαβε και τα έκανε ο Ίδιος· τοποθέτησε δηλαδή τον φράκτη, φύτεψε την άμπελο και όλα τα άλλα που έκανε· σε αυτούς άφησε ένα μικρό έργο, το να φροντίζουν για την άμπελο και να διαφυλάξουν αυτά που τους εμπιστεύτηκε· διότι τίποτε δεν παραλείφθηκε, αλλά τα πάντα έγιναν στην εντέλεια. Και όμως ούτε και έτσι κέρδισαν τίποτε, και όλα αυτά παρά τις τόσες ευεργεσίες και την τόση φροντίδα και επιμέλεια εκ μέρους του Θεού γι’ αυτούς.
Κυριακή 13 Απριλίου 2025
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ: ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ Ο ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ ΚΥΡΙΟΥ
Εκεῖνος ποὺ ἔχει θρόνο τὸν οὐρανὸ καὶ ὑποπόδιο τὴ γῆ, ὁ Γυιὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ Λόγος του ὁ συναΐδιος, σήμερα ταπεινώθηκε καὶ ἦρθε στὴ Βηθανία ἀπάνω σ᾿ ἕνα πουλάρι. Καὶ τὰ παιδιὰ τῶν Ἑβραίων τὸν ὑποδεχθήκανε φωνάζοντας: «Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ὁ βασιλιᾶς τοῦ Ἰσραήλ». Οἱ πολέμαρχοι τοῦ κόσμου, σὰν τελειώνανε τὸν πόλεμο καὶ βάζανε κάτω τοὺς ὀχτρούς τους, γυρίζανε δοξασμένοι καὶ καθίζανε ἀπάνω σὲ χρυσὰ ἁμάξια γιὰ νὰ μποῦνε στὴν πολιτεία τους. Μπροστὰ πηγαίνανε οἱ σάλπιγγες κι᾿ οἱ σημαῖες κ᾿ οἱ ἀντρειωμένοι στρατηγοὶ καὶ πλῆθος στρατιῶτες, σκεπασμένοι μὲ σίδερα ἄγρια καὶ βαστώντας φονικὰ ἅρματα γύρω σ᾿ ἕνα ἁμάξι φορτωμένο μὲ λογῆς λογῆς ἀρματωσιὲς καὶ σπαθιὰ καὶ κοντάρια παρμένα ἀπὸ τὸ νικημένο ἔθνος. Ὅλοι οἱ πολεμιστὲς ἤτανε σὰν ἄγρια θηρία σιδεροντυμένα, τὰ κεφάλια τους ἤτανε κλειδωμένα μέσα σὲ φοβερὲς περικεφαλαῖες, τὰ χοντρὰ καὶ μαλλιαρὰ χέρια τους ἤτανε ματωμένα ἀπὸ τὸν πόλεμο, τὰ γερὰ ποδάρια τους περπατούσανε περήφανα καὶ τεντωμένα, σὰν τοῦ λιονταριοῦ ποὺ ξέσκισε μὲ τὰ νύχια του τὸ ζαρκάδι καὶ τανύζεται μὲ μουγκρητὰ καὶ φοβερίζει τὸν κόσμο. Ὕστερα ἐρχότανε τὸ χρυσὸ τ᾿ ἁμάξι τοῦ πολεμάρχου, ποὺ καθότανε σ᾿ ἕνα θρονὶ πλουμισμένο μ᾿ ἀκριβὰ πετράδια, περήφανος, ἀκατάδεχτος, φοβερός, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ τὸν ἀντικρύσει μάτι δίχως νὰ χαμηλώσει καὶ βαστοῦσε τὸ τρομερὸ σκῆπτρο του, ποὺ κάθε σάλεμά του ἤτανε προσταγή, δίχως ν᾿ ἀνοίξει τὰ στόμα του αὐτὸς ποὺ τὸ κρατοῦσε. Ἄλογα ἀνήμερα, ἤτανε ζεμένα σ’ αὐτὰ τ᾿ ἁμάξι, μὲ λουριὰ χρυσοκεντημένα μὲ γαϊτάνια καὶ περπατούσανε κι αὐτὰ καμαρωτὰ καὶ περήφανα σὰν τοὺς ἀνθρώπους. Ἕνα κορίτσι ἔμορφο σὰν νεράϊδα, μεταξοντυμένο, βαστοῦσε ἕνα χρυσὸ στεφάνι ἀπάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι τοῦ νικητῆ, κι ἄλλα κορίτσια κι ἀγόρια ρίχνανε λιβάνια κι ἄλλα μυρουδικὰ σὲ κάποια μεγάλα θυμιατήρια ὅμοια μὲ μανουάλια. Ἀπὸ πίσω ἐρχόντανε οἱ σκλάβοι ἄντρες καὶ γυναῖκες κι ὅποιοι ἤτανε ἄρρωστοι καὶ λαβωμένοι, τοὺς σέρνανε καὶ τοὺς χτυπούσανε οἱ στρατιῶτες. Ὅση δόξα εἴχανε αὐτοὶ ποὺ πηγαίνανε μπροστά, ἄλλη τόση καταφρόνεση καὶ δυστυχία εἴχανε ὅσοι ἀκολουθούσανε ἀπὸ πίσω. Αὐτοὶ ἤτανε δεμένοι μὲ σκοινιὰ καὶ μ᾿ ἁλυσίδες, πολλοὶ πιστάγκωνα, κουρελιασμένοι, πληγιασμένοι, κίτρινοι σὰν πεθαμένοι ἀπὸ τὰ μαρτύρια κι ἀπὸ τὴν ἀγρύπνια. Πολλοὶ ἤτανε μισόγυμνοι κ᾿ οἱ πλάτες τους ἤτανε μελανιασμένες ἀπὸ τὸ βούνευρο. Ἀνάμεσά τους ἤτανε γυναῖκες, παρθένες ντροπιασμένες, κλαμένες μανάδες μὲ ἀθῷα μωρὰ στὴν ἀγκαλιά τους, γρηὲς ποὺ βαστούσανε τὰ ἐγγόνια τους ἀπὸ τὸ χέρι, ὅλες κατατρομαγμένες σὰν τὰ ἀρνιὰ ποὺ τὰ πάνε στὸν μακελάρη. Γύρω ὁ κόσμος ἔκανε σὰν τρελλὸς καὶ φώναζε καὶ δόξαζε τὸν νικητὴ κι ἀπὸ πολλὰ στόματα τρέχανε ἀφροί. Ἀλαλαγμὸς ἔβγαινε σὰν καπνὸς ἀπ᾿ ὅλη τὴν πολιτεία. Αὐτὴ τὴν παράταξη τὴ λέγανε «θρίαμβο». Ἕναν τέτοιον θρίαμβο ἔκανε κι ὁ Χριστὸς σήμερα, ὁ Ἄρχοντας τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἀγάπης. Μά, ὅπως τὰ ἄλλαξε ὅλα καὶ τὰ ἔκανε ἀνάποδα ἀπ᾿ ὅ,τι συνηθίζανε οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι κι ὁ θρίαμβος ποὺ ἔκανε, ἤτανε θρίαμβος τῆς φτώχειας καὶ τῆς ταπείνωσης. Ὁ Ρωμαῖος ὕπατος ἤτανε καθισμένος ἀπάνω σὲ θρόνο καὶ σὲ χρυσὸ ἁμάξι, μὰ ὁ Χριστὸς ἤτανε καβαλικεμένος ἀπάνω σ᾿ ἕνα πουλάρι, σ᾿ ἕνα γαϊδουρόπουλο, ποὖνε τὸ πιὸ ταπεινὸ καὶ καταφρονεμένο ἀνάμεσα στὰ ζῶα. Κι᾿ ὁ ἴδιος ἤτανε ταπεινός, πρᾶος, ἥσυχος, φτωχοντυμένος, κατὰ τὴν προφητεία ποὺ ἔλεγε: «Εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιών· Ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι πρᾶος καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὄνον καὶ πῶλον, υἱὸν ὑποζυγίου». Τὸ χέρι Του δὲν βαστοῦσε σκῆπτρο, ἀλλὰ βλογοῦσε τὸν κόσμο. Ἀπὸ πόλεμο ἐρχότανε καὶ Κεῖνος, μὰ ἕναν πόλεμο πολὺ δυσκολοκέρδιστον, πόλεμο καταπάνω στὴν κακία καὶ στὴν ψευτιὰ καὶ στὴν ὑποκρισία καὶ στὴ φιλαργυρία. Καὶ δὲν πήγαινε νὰ ξεκουραστεῖ ἀπ᾿ αὐτὸν τὸν πόλεμο, ἀλλὰ πήγαινε ν᾿ ἀρχίσει ἄλλον, πιὸ σκληρόν, καὶ νὰ στεφανωθεῖ μ᾿ ἀγκαθένιο στεφάνι καὶ νὰ δαρθεῖ καὶ νὰ περιπαιχθεῖ καὶ στὸ τέλος νὰ καρφωθεῖ ἀπάνω σ᾿ ἕνα ξύλο σὰν κακοῦργος. (Απόσπασμα) (*) «Κιβωτός», Μηνιαῖον Φυλλάδιον Ὀρθοδόξου διδαχῆς, ἀριθμ. φύλλου 15, ἔτος Β΄, Μάρτιος 1953. Ἐπιμέλ. ἡμετ. Αναδημοσίευση εκ του ιστοτόπου της Ιεράς Μητρόπολης Ωρωπού και Φυλής της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών.
ΜΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗ Η ΑΠΟΚΑΛΟΥΜΕΝΗ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ
ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ: ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ
ΑΓΙΟΥ ΕΥΛΟΓΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ: ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΕΟΡΤΗΝ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΠΩΛΟΝ
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ: Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΙΣ ΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ
ΚΑΤΑΒΑΣΙΕΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (2023)
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗ π. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΜΠΑΡΔΑΚΑ: ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ (2021)
ΑΓΙΟΥ ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ: ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΑ ΒΑΪΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ: Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΡΙΑΜΒΕΥΤΙΚΗ ΕΙΣΟΔΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ
ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ: ''ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ Ο ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ''
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (2023)
ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΓΑΡΔΙΚΙΟΥ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ: Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ ΚΑΙ ΕΝΤΟΣ ΜΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ: Η ΨΥΧΟΛΟΓΑ ΤΩΝ ΜΕΤΑΠΤΩΣΕΩΝ
ΗΛΙΑ ΜΗΝΙΑΤΗ: ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ - ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΜΕΤΑΛΗΨΕΩΣ
ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ - ΣΠΥΡΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΗΣ
ΟΜΙΛΙΑ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΦΥΛΗΣ κ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Α': ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ ΒΡΑΔΥ (1988)
ΟΡΘΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (2023)
ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ: ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΦΥΛΗΣ κ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Β': ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (2023)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)