Φάρος
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Φάρος ονομάζεται το ειδικής και τυποποιημένης κατασκευής κτίσμα που οικοδομείται σε διάφορα σημεία των ηπειρωτικών ή νησιωτικών ακτών ή και επί βραχονησίδων, στο άνω μέρος του οποίου φέρεται ειδικός μηχανισμός που φωτοβολεί (εκπέμπει) συνήθως περιοδικό φως, χαρακτηριζόμενο εκ του σκοπού του ως ιδιαίτερο βοηθητικό μέσο στην ασφαλή ναυσιπλοΐα.
Με τον όρο «φάρος» χαρακτηρίζονται τόσο το κτίσμα όσο και η συσκευή φωτοβολίας που είναι εγκατεστημένη σε αυτό.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι σημαντικότεροι φάροι στην αρχαιότητα ήταν ο Φάρος της Αλεξάνδρειας και ο Κολοσσός της Ρόδου, ενώ σήμερα αναμφίβολα θεωρείται το Άγαλμα της Ελευθερίας στη Νέα Υόρκη στις ΗΠΑ, έστω κι αν ουσιαστικά δεν φωτοδοτεί. Στην Ελλάδα σε κάποιες πόλεις οι υφιστάμενοι φάροι αποτελούν τα σύμβολά τους όπως ο Φάρος της Αλεξανδρούπολης για την Αλεξανδρούπολη, ο Φάρος της Κρανάης για το Γύθειο, ο Φάρος της Πάτρας για την Πάτρα κ.λπ.
Γενική διάκριση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σήμερα οι φάροι διακρίνονται σε "επανδρωμένους", όπου υφίστανται φαροφύλακες και σε "μη επανδρωμένους" ή "αυτόματους". Πλοία ή σκάφη που εξυπηρετούν ανάγκες φάρων ονομάζονται "φαρικά" ή "συντήρησης φάρων" .
Ταυτότητα Φάρων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κάθε φάρος φέρει ιδιαίτερο όνομα (συνήθως της περιοχής εγκατάστασης), και γεωγραφικό στίγμα. Επίσης ιδιαίτερα στοιχεία εκάστου είναι το ύψος του (της φωτιστικής εστίας του από της μέσης πλήμμης της στάθμης της θάλασσας) και η περιοδικότητα διαδοχής φωτοβολίας και σκότους. Το τελευταίο αυτό γνώρισμα καλείται χαρακτηριστικό φάρου (characteristic). Η περίπτωση ύπαρξης δύο φάρων με ίδιο χαρακτηριστικό στην ίδια γεωγραφική περιοχή πρέπει να θεωρείται αποκλεισμένη.
Ο απαιτούμενος χρόνος για μια πλήρη επανάληψη του χαρακτηριστικού του φάρου ονομάζεται περίοδος φάρου. Η περιοδικότητα φάρου μετριέται σε λεπτά ή δευτερόλεπτα της ώρας. Τα ύψη των Φάρων για λόγους ασφαλείας μετρώνται συνήθως σε πόδια ή μέτρα και αντιπροσωπεύουν το ύψος της εστίας και όχι όλου του κτίσματος από τη μέση πλήμμη (MHV) της θάλασσας.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία που προσδιορίζουν έκαστο φάρο καθώς και των εγκαταστάσεων αυτών περιλαμβάνονται στους φαροδείκτες. Στους ναυτικούς χάρτες οι φάροι συμβολίζονται με κόκκινο μικρό κύκλο ή με αστερίσκο συνοδευόμενο με κόκκινο λοβό στη γεωγραφική του θέση.
Είδη φάρων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ανάλογα του χαρακτηριστικού τους οι φάροι διακρίνονται σε
- Σταθερού φωτός (Fixed/F): Είναι οι φάροι με συνεχές φως και σταθερής έντασης.
- Αναλάμποντες (Flashing/Fl): Εκείνοι με περιοδικό ζωηρό φως διάρκειας μικρότερης του σκότους.
- Διαλείποντες (Occulting/Occ): Παρουσιάζουν περιοδικό σταθερό φως διάρκειας μεγαλύτερης ή ίσης του σκότους.
- Εκλάμποντες (Quick Flashing/Qk.Fl): ή τάχιστα αναλάμποντες, κοινώς "σπίθες". Ο αριθμός των αναλαμπών τους υπερβαίνει τις 60/λεπτό.
- Με δέσμη αναλαμπών (Group Flashing/Gr.Fl.): Εκείνοι που εκπέμπουν περιοδικά ομάδα 2 ή περισσοτέρων αναλαμπών.
- Με δέσμη διαλείψεων(Gr.Occ.): Εκπέμπουν περιοδικά ομάδα 2 ή περισσοτέρων διαλείψεων.
- Με δέσμη εκλάμψεων (Interrupted quick Flashing/I.Qk.Fl.): οι τάχιστα αναλάμποντες επί 4 sec και που διακόπτουν επί 4 sec.
Συνδυασμοί των παραπάνω χαρακτηριστικών είναι οι φάροι:
- Σταθεροί μετ΄ αναλαμπών (Fixed flashing/F.Fl)
- Σταθεροί με δέσμη αναλαμπών (Fixed group flashing/F.Gr.Fl.).
Επίσης ανάλογα του χρώματος φωτός που εκπέμπουν οι φάροι διακρίνονται σε: λευκούς (White/W), ερυθρούς (Red/R) και πράσινους (Green/G) και εναλλάσσοντες όταν κάποιοι εναλλάσσουν το χρώμα τους (Alternating/Alt), (το χρώμα των λευκών φάρων δεν σημειώνεται στους χάρτες). Τέλος υφίστανται και οι φάροι που εκπέμπουν με βραχείες αναλαμπές μακράς διάρκειας καλούμενοι ως βραχειών και μακρών αναλαμπών (Short-long Flashing/S-L Fl).
Μέτρηση χαρακτηριστικού
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Για τη μέτρηση του "χαρακτηριστικού" ενός φάρου προς αποφυγή λάθους χρησιμοποιείται ένα στιγμόμετρο. Ένας εμπειρικός επίσης τρόπος που ακολουθούν οι ναύτες οπτήρες (παρατηρητές) είναι η ρυθμική μέτρηση: "μισό ένα", "μισό δύο", "μισό τρία" κ.ο.κ., ή "και ένα", "και δύο", "και τρία" κ.ο.κ. Η μέτρηση αρχίζει από την πρώτη αναλαμπή και σταματά στην πρώτη της περιοδικής επανάληψης.
Τομείς Φάρων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πολλοί φάροι δεν είναι ορατοί απ΄ όλα τα σημεία του ορίζοντα, ή όπως λέμε δεν είναι "περίβλεπτοι" και τούτο διότι παρεμβάλλεται συνήθως τμήμα ξηράς. Έτσι αυτοί παρουσιάζουν σκοτεινό (obscured) τομέα (sector). Άλλοι πάλι παρουσιάζουν τομείς διαφορετικών χρωμάτων προκειμένου να επιδείξουν ελεύθερη πλεύσιμη περιοχή, με πράσινο χρώμα, και τα αβαθή ή κάποια ξέρα ή ναυάγιο με ερυθρό χρώμα. Τέλος υφίστανται και οι φανοί καλούμενοι direction lights που δεικνύουν λευκό φως σε διαπλεύσιμο χώρο των στενών εισόδων λιμένων και ερυθρό ή πράσινο εκατέρωθεν της εισόδου. Τα όρια αυτών των τομέων αναφέρονται κατά διοπτεύσεις πάντα από την θάλασσα τόσο στους χάρτες όσο και στους φαροδείκτες και στους πλοηγούς (βοηθήματα).
Ισχύς φάρων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ισχύς των φάρων (power of lights) αποτελεί μια ένδειξη της λαμπρότητάς τους, δηλαδή της φωτιστικής τους ικανότητας που εκφράζεται σε "κηρία" (candles) και αποτελεί στοιχείο της ταυτότητάς τους. Τα φωτιστικά μηχανήματα των φάρων είναι είτε αυτόματα (ανεπιτήρητοι), είτε λειτουργούν με ηλεκτρισμό. Τελευταία άρχισαν να λειτουργούν και φάροι με ατομική ενέργεια όπως εκείνος της εισόδου του κόλπου Chesapeake των ΗΠΑ.
Εποπτεία φάρων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το σύνολο των εγκατεστημένων φάρων, η διάταξή τους και τα χαρακτηριστικά εκάστου αποτελούν το φαρικό σύστημα της Χώρας που περιλαμβάνεται σε ειδικά ναυτιλιακά βοηθήματα (βιβλία) τους φαροδείκτες. Αρμόδια Υπηρεσία ελέγχου και γενικής εποπτείας του ελληνικού φαρικού συστήματος είναι η Υπηρεσία Φάρων, ανεξάρτητη Υπηρεσία του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού.
Το 1955 οι φάροι που λειτουργούσαν στην Ελλάδα ανέρχονταν σε 470 εκ των οποίων οι 93 ήταν επιτηρούμενοι και οι υπόλοιποι αυτόματοι. Νομοθετημένες τότε οργανικές θέσεις προσωπικού έφθαναν τις 320. Βασικός νόμος που διέπει τους Φάρους στην ελληνική επικράτεια είναι ο Νόμος 1629 του 1951 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει μέχρι και σήμερα.