διακρίνομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ði̯aˈkɾi.no.me/ & /ðʝaˈkɾi.no.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : δι‐α‐κρί‐νο‐μαι
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]διακρίνομαι, π.αόρ.: διακρίθηκα, μτχ.π.π.: διακεκριμένος
- παθητική φωνή του ρήματος διακρίνω → δείτε και την κλίση
- παθητικές σημασίες του διακρίνω
- ξεχωρίζω για την προσφορά μου σε κάποιον επαγγελματικό ή επιστημονικό κλπ τομέα και αποσπώ διακρίσεις γι' αυτήν
- ⮡ ο συμπολίτης μας κ. Χ διακρίθηκε για την προσφορά του στα γράμματα και τις τέχνες
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ξεχωρίζω για την προσφορά μου
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]διακρίνομαι
- μεσοπαθητική φωνή του ρήματος διακρίνω
Κατηγορίες:
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ρηματικοί τύποι (νέα ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
- Ρήματα στην παθητική φωνή (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ρηματικοί τύποι (αρχαία ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (αρχαία ελληνικά)
- Ρήματα στη μεσοπαθητική φωνή (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)