рука

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
рука < παλαιά ρουθενιανή γλώσσα рука < παλαιά ανατολική σλαβονική рѫка (r ǫ k a) < πρωτοσλαβική *rǫka

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ruˈka/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

рука (be) (ruká) θηλυκό



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
рука < παλαιά ανατολική σλαβονική рѫка (r ǫ k a) < πρωτοσλαβική *rǫka

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /rʊˈka/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

рука (ru) (ruká) θηλυκό



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
рука < (κληρονομημένο) πρωτοσλαβική *rǫka

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /rǔːka/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

рука (sr) θηλυκό, λατινικοί χαρακτήρες:  ruka