AA
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- AA > λατινικό κεφαλαίο γράμμα A
Προφορά
[επεξεργασία]- όπως προφέρεται το γράμμα άλφα σε διάφορες γλώσσες, δυο φορές
- ή η έκφραση «διπλό άλφα» (σε μερικές γλώσσες)
Συντομομορφή
[επεξεργασία]- (τεχνολογία) «άλφα άλφα»: η πιο συνηθισμένη διαβάθμιση μεγέθους για τις κυλινδρικές μπαταρίες
- → και δείτε το ελληνικό ΑΑ
- Αlcoholics Anonymous : οι Ανώνυμοι Αλκοολικοί, διεθνής φορέας (αδελφότητα) υποστήριξης ατόμων με πρόβλημα αλκοολισμού (συντομογραφία στα ελληνικά: ΑΑ [ελληνικό αλφάβητο])
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Alcoholics Anonymous στην αγγλική Βικιπαίδεια