Białystok

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Białystok < biały (λευκός) + stok (πλαγιά). Κυριολεκτικά «λευκή πλαγιά».[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /bjaˈwɨs.tɔk/
 

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Białystok (pl) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.