doubler

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

doubler (fr)

  1. διπλασιάζω
  2. (στην τηλεόραση ή τον κινηματογράφω) μιλώ στη θέση κάποιου, μεταφράζω σε πραγματικό χρόνο αυτά που λέει μιλώντας όπως αυτός, με τις ίδιες εκφράσεις
  3. τοποθετώ μια στρώση από ένα υλικό δίπλα σε ένα άλλο
  4. (οικείο) (στην οδήγηση) προσπερνώ, προσπερνάω
     συνώνυμα: dépasser