engineer
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ουσιαστικό
1.1.1
Συγγενικά
1.1.2
Πολυλεκτικοί όροι
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
ενικός
πληθυντικός
engineer
engineers
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
engineer
(en)
(
επάγγελμα
) ο
μηχανικός
Συγγενικά
[
επεξεργασία
]
engineering
Πολυλεκτικοί όροι
[
επεξεργασία
]
mining engineer
Κατηγορίες
:
Αγγλική γλώσσα
Ουσιαστικά (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Επαγγέλματα (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
العربية
Azərbaycanca
Български
বাংলা
Català
Čeština
Cymraeg
Dansk
Deutsch
English
Esperanto
Eesti
Euskara
فارسی
Suomi
Français
Galego
Magyar
Bahasa Indonesia
Ido
Íslenska
Italiano
日本語
ქართული
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
ລາວ
Malagasy
മലയാളം
ဘာသာမန်
Bahasa Melayu
မြန်မာဘာသာ
Nederlands
Norsk
Oromoo
Polski
Português
Română
Русский
Ikinyarwanda
संस्कृतम्
سنڌي
ၽႃႇသႃႇတႆး
Simple English
Svenska
தமிழ்
తెలుగు
ไทย
Tagalog
Türkçe
اردو
Tiếng Việt
中文