front-end
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
front-end | front-ends |
front-end (en)
Επίθετο
[επεξεργασία]front-end (en)
- (πληροφορική) ότι έχει σχέση με την διεπαφή με τον χρήστη
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- front-end στην αγγλική Βικιπαίδεια