mentionner

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

mentionner < mention

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /mɑ̃.sjɔ.ne/
 

mentionner (fr)

  1. αναφέρω
    Il eût fallu que j'eusse mentionné ce terme pour que vous comprissiez mes propos.
  2. μνημονεύω
  3. αναγράφω
  4. κάνω λόγο για