poltron

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό poltron poltrons
θηλυκό poltronne poltronnes

Επίθετο

[επεξεργασία]

poltron (fr)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]
  • → δείτε τη λέξη peureux

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Εκφράσεις

[επεξεργασία]