spódnica

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική spódnica spódnice
γενική spódnicy spódnic
δοτική spódnicy spódnicom
αιτιατική spódnicę spódnice
οργανική spódnicą spódnicami
τοπική spódnicy spódnicach
κλητική spódnico spódnice

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

spódnica (pl) θηλυκό