superintendent

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

superintendent (en)

  • αστυνόμος
  • στις χώρες της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, βαθμός ανώτατου αξιωματικού της αστυνομίας, ανώτερος από τον chief inspector (αρχιεπιθεωρητή).