workbench

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
workbench workbenches

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
workbench < work + bench

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

workbench (en)