Category:Greek terms with usage examples
Newest and oldest pages |
---|
Newest pages ordered by last category link update: |
Oldest pages ordered by last edit: |
Greek entries that contain usage examples that were added using templates such as {{ux}}
.
For requests related to this category, see Category:Requests for example sentences in Greek. See also Category:Requests for collocations in Greek and Category:Requests for quotations in Greek.
Jump to: Top – Αα Ββ Γγ Δδ Εε Ζζ Ηη Θθ Ιι Κκ Λλ Μμ Νν Ξξ Οο Ππ Ρρ Σσ Ττ Υυ Φφ Χχ Ψψ Ωω |
Pages in category "Greek terms with usage examples"
The following 200 pages are in this category, out of 3,211 total.
(previous page) (next page);
΄
Α
- α
- α λα καρτ
- α να χαθείς
- α στο διάλο
- α στο διάολο
- Άαχεν
- αβαείο
- άβαθα
- αβαθμολόγητος
- αβάντα
- αβάντζο
- αβάπτιστος
- αβάρα
- αβασάνιστος
- αβασίλευτος
- αβγό
- αβγοειδής
- Άβδηρα
- αβίωτος
- άβολος
- αβράδιαστος
- αβύθιστος
- αβυσσαλέος
- άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου
- αγάμητος
- αγαμία
- αγαπάω
- αγαπημένος
- αγαπιέμαι
- αγάς
- αγγείο
- αγγελία
- αγγελοθωρώ
- αγγελοκρούω
- άγγελος
- Άγγελος
- Άγγλος
- άγγλος
- αγγούρι
- αγεληδόν
- αγενής
- αγία
- Αγία
- Αγια-
- αγιάζω
- Αγίας
- Άγιο
- Άγιοι
- άγιος
- Άγιος
- Άγιος Βασίλης
- Αγίου
- Αγίων
- αγκαζάρω
- αγκάθι
- αγκάθινος
- αγκαθωτός
- αγκάλη
- αγκίδα
- αγκυλωτός
- άγκυρα
- αγκωνάρι
- άγνοια
- αγνώμων
- άγνωστος
- αγορά
- αγοράζομαι
- αγοραστός
- αγορίνα
- άγουρος
- αγρανάπαυση
- αγριοκοιτάζομαι
- αγριόσκυλο
- αγροκαλλιέργεια
- αγροτοδασικός
- αγυάλιστος
- αγυιά
- αγύριστος
- αγώνας
- αγωνιστικός
- αδάμαστος
- αδαμιαία περιβολή
- αδειάζω
- άδειος
- αδελφή
- αδέλφι
- αδελφικός
- αδελφομάνα
- αδέσμευτος
- αδηλητηρίαστος
- αδήλωτος
- αδήριτος
- αδιασάφητος
- αδιασταύρωτος
- αδιάφορος
- αδικαιολόγητος
- αδιοριστία
- αδούλευτος
- αδούλωτος
- αδράνεια
- Αδριανός
- αδύνατος
- άδυτο
- αεί
- αειφόρος
- αεριούχος
- αερόβια
- αεροβικός
- αερόβιος
- αερογέφυρα
- αεροδρομικός
- αεροδρόμιο
- αερολιμένας
- αεροπορική επίθεση
- αέτειος
- αετίσιος
- άζυμος
- αζωτοδέσμευση
- αηδία
- αηδιάζω
- αηδιαστικά
- αηδιαστικός
- άηχος
- Αθανασάκειος
- άθελα
- αθεράπευτα
- Αθήνα
- Αθήναις
- άθλος
- αθλούμαι
- άθραυστος
- άθροισμα
- αθροιστικός
- άι
- Αϊ
- άι σιχτίρ
- Αϊ-
- Αιγαίο
- Αιγαίου
- αιγιαλίτις
- αιγίδα
- Αιγόκερως
- αιγυπτιώτης
- Αίγυπτος
- αιδώς
- αιθέριος
- αιθυλικός
- αιματηρός
- αιμοφόρος
- αιολικός
- αίρω
- αισθάνομαι
- αίσθηση
- αισιόδοξος
- αίσιος
- αίσχος
- Αίσωπος
- αίτημα
- αίτηση
- αιτία
- αιτιατική
- αιτούμαι
- Άιφελ
- αιχμαλωτίζω
- αιώνας
- αιωνιότητα
- Ακαδημία
- ακαζού
- άκακος
- ακάνθινος
- ακανθώδης
- ακανόνιστος
- ακαταμάχητος
- ακατόρθωτος
- ακεραιότητα
- ακεφιά
- ακήρυχτος
- -άκης
- -άκις
- ακολουθώ
- ακολούθως
- ακόμα
- ακόμα και αν
- ακόμα κι αν
- ακόμη δε βγήκε απ' τ' αβγό
- ακόμη και αν
- ακόμη κι αν
- ακονίζω
- ακόρεστος