Πέμπτη 17 Απριλίου 2025

Άγιος Μακάριος ο Νοταράς: Επίσκοπος Κορίνθου (1764-1770) - Γενάρχης του Φιλοκαλισμού και αλείπτης Νεομαρτύρων


Ολόσωμη εικόνα (με αρχιερατικό μανδύα ) του αγίου Μακαρίου. Βρίσκεται σε ομώνυμο παρεκκλήσι του στο χωριό Ελάτα της Χίου. Κατά την παράδοση η εικόνα έγινε το 1813 και μάλιστα από τον μοναχό Κωνστάντιο, ανηψιό του αγίου.

«Ένας μεγάλος πνευματικός άνδρας έζησε κι έμεινε θεληματικά στην αφάνεια, μολονότι έδρασε πρωτοποριακά, επαναστατικά και πολύ δημιουργικά. Πρόκειται για τον άγιο Μακάριο Νοταρά (1731-1805), επίσκοπο Κορίνθου (1765-1770). Δημιούργησε ευρεία πλατφόρμα, στην οποία στηρίχθηκαν οι άμεσοι και οι μεταγενέστεροι μαθητές του, αυτοί που κυρίως καλλιέργησαν την θεολογία της ασκήσεως, την νηπτική θεολογία. Έγινε ο Γενάρχης του Φιλοκαλισμού και τελείωσε την ζωή του ως μεγάλος ασκητής. Η μνήμη του τελείται στις 17 Απριλίου. Εκτός όμως των παραπάνω, έγινε ονομαστός αλείπτης Νεομαρτύρων, προώθησε την δογματική θεολογία και την αγιολογία, ενώ συνέβαλε στην συνειδητοποίηση του ήθους και της ευταξίας στην Εκκλησία με θεολογικά, κανονιστικά και κατηχητικά κείμενα».

ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ Γ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ. (2000). Άγιος Μακάριος Κορίνθου. Ο Γενάρχης του Φιλοκαλισμού. Αθήνα: Ακρίτας, σ. 15.

Τετάρτη 16 Απριλίου 2025

«Δεν έχω εμπιστοσύνη πια στις λέξεις»

«Το γαρ νοείν.
ΤΩΡΑ δεν ξέρω να σας πω πότε ακριβώς τελείωσε εκείνη η φράση και πότε άρχισε η άλλη. Δεν έχω εμπιστοσύνη πια στις λέξεις. Εκτός αυτού υπάρχουνε τεράστια κενά στη μέση, βουλιαγμένες περιοχές της γλώσσας. Φυσικά βασανίζομαι, αλλά με κανένα τρόπο δεν απαιτώ να υπάρχουν νοήματα».

ΤΑΚΗΣ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ. (1977).  Ο Χάρτης. Αθήνα: Κέδρος, σ. 55.














Λουκάς Γεραλής, Ηλιοβασίλεμα· λάδι σε μουσαμά, 25χ40εκ.

Δευτέρα 14 Απριλίου 2025

Ο Νυμφίος έρχεται πάντοτε, κάθε μέρα και κάθε στιγμή της ζωής μας

Η Άκρα Ταπείνωσις· Ιερά Μονή Μεγάλου Μετεώρου, (14ος αιώνας).

«Ιδού, ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός, και μακάριος ο δούλος, ον ευρήσει γρηγορούντα. Ανάξιος δε πάλιν ον ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε ουν, ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθείς, ίνα μη τω θανάτω παραδοθείς και της βασιλείας έξω κλεισθείς. Αλλά ανάνηψον κράζουσα· Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός ημών, διά της Θεοτόκου ελέησον ημάς».

«Ποιοι βγήκαν των Βαΐων
να με δεχτούν;
Ποιοι με αλείψαν μύρο τη ματιά τους
τις παραμονές των Αγίων;
Ριπές οι μνήμες – χαρακιές
και το μπλουτζίν αγριεμένο…
Αυτό το μήνα η πανσέληνος
είναι τυφλή

στον τόπο μου ξένος
ούτε Αφέντης ο Θεός
ούτε ο Αγαπημένος…
Λεμονάκι, λεμονάκι μυρωδάτο…

Ποιος λοιπόν θα βάλει
τα παιδιά να κοιμηθούν;
Ποιος θα πυκνώσει τα όνειρα;
Η ποίηση,
Πράξη καιρών
λυπημένων…
Βάζω στις λέξεις πυρκαγιά
να φωτίσω το σκοτάδι μου…»
ΚΩΣΤΗΣ ΜΟΣΚΩΦ· Από τη συλλογή: «Για τον Έρωτα και την Επανάσταση».

«Αλλά εκείνος που πιστεύει όχι από συνήθεια, όχι από υποσυνείδητο συμφέρον αλλά γιατί νιώθει το αγκίστρι του Θεού χωμένο βαθιά μέσα στην καρδιά του, δεν μπορεί παρά να είναι ένας πιστεύων που αγωνιά, με τον ίδιο πυρετό αγωνίας που δοκίμασε ο Χριστός στον κήπο τα Γεσθημανή».
ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΡΟΠΟΥΛΟΣ. (1993). «Η αγωνία των πιστευόντων», στο: Αγωνιώδης θητεία: Δοκίμια. Αθήνα: Οι Εκδόσεις των Φίλων, σ. 210.

Κυριακή 6 Απριλίου 2025

Ε΄ Κυριακή των Νηστειών: Της Οσίας Μαρίας Αιγυπτίας

«Πού είσαι, Μαρία, τώρα; Πού είναι εκείνο που μένει από σένα, αυτή η συνάθροιση από δέρμα, κόκαλα και αίμα; - συνάθροιση σιωπής που προχωρεί μέσα στη γυμνότητα, αρμενίζει ανάμεσα σε δύο ερήμους, σε δύο πνοές. Δεν είσαι μόνο μικροσκοπική, είσαι σχεδόν αποσαρκωμένη. Έχεις πάρει το χρώμα, τη σύσταση μιας άμμου λεπτής, διάστικτης από νύχτα ή μιας χλαμύδας δεόμενης, που θα ήθελε να μοιάζει με ακανθώδη άγγελο. Και πηγαίνεις, προχωρείς, γλιστράς και αρμενίζεις πάνω στην άμμο, ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας τους αμμόλοφους, χωρίς προσπάθεια, σκελετός ακανθώδης, μουσικός. Η έρημος είναι για πάντα το ένδυμά σου. Προσεύχεσαι μέρα και νύχτα. Χωρίς λέξεις. Σχισμή στοματική, πεισματικά κλεισμένη. Προσεύχεσαι με μελωδίες, με δεήσεις, μια μουσική εσώτερη που σε διατρέχει και σε κατοικεί. Ο άνεμος παίζει κι αυτός, διαπερνώντας την αέρινη σάρκα σου, και όλο σου το σώμα γίνεται καντάτα. Στην αρχή, όταν προχωρείς, περιπλανώμενη στην αυγή σαν το αναρίγημα ενός ιστού αράχνης, πνοής που λίγο λίγο μεταμορφώνεται σε άσμα, ύστερα σε μελωδία, ύστερα σε ψαλμό. Μέχρι που το κορμί σου ολόκληρο γίνεται νάρθηκας εκκλησίας».


ΖΑΚ ΛΑΚΑΡΙΕΡ. (1983). Μαρία η Αιγυπτία ή ο πυρπολημένος πόθος, μτφρ. Μίνως Πόθος & Μαρία Λαμπαδαρίδου – Πόθου. Αθήνα: Χατζηνικολή, σσ. 204-205.

Τρίτη 1 Απριλίου 2025

1η Απριλίου: Οσία Μαρία η Αιγυπτία



Η οσία Μαρία η Αιγυπτία κεντά δια του Σταυρού τον δράκοντα της πορνείας. Έργο του ζωγράφου Γιάννη Μενεσίδη, από τη Δράμα, μαθητή του Νίκου - Γαβριήλ Πεντζίκη.

«Η οσία Μαρία η Αιγυπτία, κυριολεκτικά ερχόμενη από άλλο κόσμο, ιπτάμενη αφρόδιτη που μεταμορφώθηκε σε αγία, πατώντας πάνω στον δράκοντα της πορνείας και της ανομίας, τρυπώντας τον με το κοντάρι του Σταυρού, ιστάμενη ορθή σαν σε ανάληψη, μεταξύ ουρανού και γης, πορευόμενη την οδό της Παναγίας και των αγίων, κόρη Χριστού που άλλαξε σώμα και ψυχή και νου περιφερόμενη στις ερημιές ως να την εύρει ο αββάς με το δισκοπότηρο, να τη μεταλάβει».

ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΓΟΥΝΕΛΑΣ. (1990). «Ο ζωγράφος Γιάννης Μενεσίδης», Σύναξη, τχ. 35 (Ιούλιος – Σεπτέμβριος), σ. 95.

Παρασκευή 21 Μαρτίου 2025

21 Μαρτίου: Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης

Βάλανε τη σιωπή να με πνίξει
Κι αυτή μ’ αγάπησε
Κάθεται στα πόδια μου κι απαριθμεί
Με πόσους και πόσους πλάγιασε
Κι ακούω τα ονόματα
Που ανέκαθεν τιμούσα και σεβόμουν
.

ΑΝΤΩΝΗΣ ΖΕΡΒΑΣ



ΠΗΓΗ ΕΙΚΟΝΑΣ: ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2025

Ψυχοσάββατο

Ήρθα στο μνηματάκι σου
να γείρω,
τους μενεξέδες και τους νάρκισσους
να σπείρω.

Ήύρα το μνηματάκι σου
χορταριασμένο,
σα σπίτι από φωτιά και από διαγούμισμα
ξεθεμελιωμένο.

Και του κάκου ζήτησα
τον ξανθό σου το σταυρούλη
με τ’ ονοματάκι σου,
σκαλιστό ζουμπούλι.

Κι ήτανε σα να σ’ άρπαξε,
γέλιο εσύ των ερώτω
Χάρος άλλος δεύτερος,
πιο σκληρός από τον πρώτο.
Κι έκλαψα καθώς έκλαψα
την ώρα που σε είδαμε
το πρωί να σβήνεις μες στα χέρια μου,
δροσοσταλίδα.
Και τ’ άνθια που θα σμίγανε
μ’ εσέ, ψυχή, ψυχή μου,
και οι μενεξέδες σου και οι νάρκισσοι
κλάψαν κι αυτοί μαζί μου.
Στο ξένο κοιμητήρι
κανέν’ ακουμπιστήρι
για να σταθούν
και να σ’ αποζητήσουν,
για να σε χαιρετίσουν
καταπώς ποθούν.

Κάποιο βωμό προσμένανε
για να σε στεφανώσουν,
Ίσκιε, που απάνου στην κορφούλα του
πανώριος θα υψωνόσουν.
Προσμέναν κάποιας άνοιξης
το σείσμα και το διώμα,
κι ήβραν το έρμο αμίλητο
χορταριασμένο χώμα,
και είπαν:
                    —Εδώ κι εμείς να σβήσουμε
καταπώς έσβησε η ζωή σου
δροσοσταλίδα ένα πρωί,
καταπώς έσβησε το μνηματάκι σου,
μ’ εσένα, ολόαγνη πνοή
του μενεξέ και του ναρκίσσου!

ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ. (1998), Ψυχοσάββατο, στο: Ο Τάφος. Ο Κύκλος του Τάφου. Ο Πρώτος Λόγος των Παραδείσων. Αθήνα: Ιδεόγραμμα, σσ. 111-113.


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΓΡΑΒΑΛΛΟΥ. Κωστής Παλαμάς. ΠΗΓΗ: paletaart – Χρώμα & Φώς