Books by Apostolos Rafailidis
McGill-Queen's Press - MQUP, 2004
The newest volume in the Comparative Charting of Social Change series highlights the main element... more The newest volume in the Comparative Charting of Social Change series highlights the main elements of demographic, social, political, and economic development in Greece during the period 1960-2000. Based on a systematic analysis of available information and data, this volume provides an overview of Greece's socio-economic profile, which changed significantly during the studied period.
The collapse of the dictatorship in 1974 and Greece's entry into the European Union (EU) in 1980 have led to a consolidation of democratic institutions and the improvement of living standards. During the 1960s and 1970s the country experienced high rates of economic development and relatively low unemployment rates. However, this increase in economic development has slowed since the early 1980s and the unemployment rate has risen, particularly among young people. Consistent with recent social trends in other Western societies, Greek society has become more tolerant and permissive, with more diverse and flexible moral norms. However, the prevailing family model remains traditional and the Greek Orthodox Church continues to have a strong influence on many aspects of Greek society, including social, political, and cultural life. The organization of work also follows traditional patterns, despite the introduction of new and flexible forms of employment. Female participation in the labour market remains relatively low, despite legislation and regulations that promote equality of opportunities between the sexes. Consistent with recent social trends in other Western societies, Greece's population is aging and the birth rate has stabilized at a relatively low level.
Contributors include Ioannis Antonopoulos, Dimitri Economou (University of Thessalia), Evi Fagadaki, Thomas Maloutas (University of Thessalia), Alberto Martinelli, Ioannis Myrizakis, Theodore Papadogonas, Apostolos g. Papadopoulos (University of Ioannina), Roy Panagiotopoulou, Apostolis Rafailidis (economist), Paris Tsartas (University of Aegean), Kostas Yannakopoulos. Elisabeth Allison, Dionisis Balourdos, Nikos Bouzas, Kaliroi Daskalaki, Amalia Frangiskou, Emmy Fronimou, Panayiotis Kafetzis, Roxanne Kaftantzoglou, John Kallas, Chrysa Kappi, Maria Ketsetzopoulou, Helene Kovani, Evdokia Manologlou, Joannis Micheloyiannakis, Aliki Mouriki, Panagiota Papadopoulou, Ioanna Papathanassiou, Christos Papatheodorou, Marina Petronoti, Nikos Sarris, Theoni Stathopoulou, Hara Stratoudaki, Haris Symeonidou, Maria Thanopoulou, Olga Tsakirides, Joanna Tsiganou, Christina Varouxi, Efi Venizelou, and Ersi Zacopoulou are all researchers at the National Centre for Social Research (EKKE).
Σε περίπτωση που επιθυμείτε μέρος ή το σύνολο της μελέτης, παρακαλώ απευθυνθείτε στον συγγραφέα.
Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ήσαν εξοπλισμένες με αεροσκάφη πέ... more Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ήσαν εξοπλισμένες με αεροσκάφη πέντε, πυροβόλα τεσσάρων και πολεμικά πλοία τριών διαφορετικών εθνικοτήτων. Στις αρχές του 21ου αιώνα, μετά το τελευταίο πενταετές πρόγραμμα εξοπλισμού, οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις θα διαθέτουν αεροσκάφη τριών, πυροβόλα ή πυραυλικά συστήματα τεσσάρων και πολεμικά πλοία πέντε διαφορετικών εθνικοτήτων. Κανένα από αυτά δεν θα είναι ελληνικής σχεδίασης, ή εξολοκλήρου ελληνικής κατασκευής.
Αυτό το χαρακτηριστικό της «πολυεθνικής πολυτυπίας» χωρίς να είναι υποχρεωτικά αρνητικό, φανερώνει παρόλα αυτά μια έλλειψη ορθολογισμού στην διαδικασία επιλογής εξοπλιστικών μέσων για τις Ένοπλες Δυνάμεις. Τα κριτήρια που προβάλλονται ως αιτιολόγηση είναι άλλοτε στρατηγικής, άλλοτε πολιτικής, άλλοτε οικονομικής και άλλοτε τεχνικής φύσεως. Ποτέ όμως δεν συνδυάζονται όλα μαζί –και εκεί έγκειται το αρνητικό αυτής της πραγματικότητας.
Η ύπαρξη εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας διέπεται εκ των πραγμάτων από στρατηγικά, πολιτικά, οικονομικά και τεχνικά κριτήρια με αποτέλεσμα, εφόσον όλα συνδυάζονται αρμονικά, να δύναται να παράσχει το βέλτιστο αποτέλεσμα με τον μεγαλύτερο δυνατό έλεγχο επί του τελικού προϊόντος. Αυτό όμως που η εγχώρια αμυντική βιομηχανία δεν μπορεί να προσφέρει είναι ευελιξία στον χρόνο υλοποίησης αφενός λόγω της γενικής έλλειψης βιομηχανικής υποδομής αφετέρου λόγω του βραχυπρόθεσμου σχεδιασμού της ζήτησης. Ο συνδυασμός αυτός των γνωρισμάτων δρα ως φαύλος κύκλος αποτρέποντας την δημιουργία σοβαρής βιομηχανικής υποδομής, σε ορισμένους έστω στρατηγικά επιλεγμένους κλάδους, και περιορίζοντας χρονικά τον αμυντικό σχεδιασμό στο ελάχιστο.
Δεδομένης της τεχνολογίας αιχμής που χαρακτηρίζει τα αμυντικά προϊόντα και του τεχνολογικού επιπέδου της χώρας, ο αρμονικός συνδυασμός όλων των παραπάνω κριτηρίων δεν είναι και ούτε θα μπορούσε να είναι το ζητούμενο. Αυτό όμως που είναι ζητούμενο είναι να προσδιοριστούν: το επίπεδο αμυντικής τεχνολογίας το οποίο είναι ρεαλιστικά εφικτό, οι κατηγορίες προϊόντων που προσφέρουν –και θα προσφέρουν στο μέλλον– επαρκή ζήτηση, οι κατασκευαστικοί τομείς που κρίνονται ως εθνικά κρίσιμοι για τις ανάγκες της χώρας και η δυνατότητα αρμονικής συνεργασίας μεταξύ της ζήτησης (του ελληνικού Δημοσίου) και της προσφοράς (των ελληνικών παραγωγών αμυντικών προϊόντων).
Οι τελικοί αποδέκτες των όποιων ωφελημάτων προκύψουν από την εναρμονισμένη αυτή προσπάθεια θα είναι και οι Ένοπλες Δυνάμεις και οι εθνικοί λογαριασμοί, με άμεσο αντίκτυπο στην ασφάλεια της χώρας. Πολύ σημαντικότερο όμως όφελος και με μακρύτερο ορίζοντα αναμένεται να έχει το πλέγμα συνεργασίας κράτους-παραγωγικών μέσων που τόσο νοσεί σήμερα και σε όλους τους άλλους τομείς όσο και στην άμυνα.
Stabilised but high unemployment rates. Unemployment is increasingly concerning the young, the le... more Stabilised but high unemployment rates. Unemployment is increasingly concerning the young, the less well educated and women. Better educated people are also facing increasing unemployment. Rates are lower in semi-urban and rural areas. The average duration of unemployment is increasing, and underemployment, partial employment and multi-activity are becoming common. Unemployment is something to live with and is also countered by social means.
Οι μικρότερες οικονομίες καθίστανται σταδιακά τμήμα του συστήματος παγκόσμιου καταμερισμού της ερ... more Οι μικρότερες οικονομίες καθίστανται σταδιακά τμήμα του συστήματος παγκόσμιου καταμερισμού της εργασίας, το οποίο δεν υπόκειται σε οποιουσδήποτε κανόνες. Έτσι, η προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων διαχωρίζεται από τα Εθνικά συστήματα εργασιακών δικαιωμάτων.
Σε αντίθεση με τις προηγούμενες περιόδους διεθνοποίησης, η σημερινή δεν έχει μια κυρίαρχη μορφή οργάνωσης της παραγωγής. Το δεδομένο αυτό, μαζί με την πολυφωνία στις ακολουθούμενες πολιτικές, δημιουργεί ίσως μια δυνατότητα: χώρες οι οποίες είναι τεχνολογικά λιγότερο ανεπτυγμένες, έχουν τη δυνατότητα να ενταχθούν δυναμικά στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα χωρίς να αφεθούν να γίνουν παραγωγοί προϊόντων χαμηλής προστιθέμενης αξίας, με τη χρήση χαμηλής στάθμης εργασιακού δυναμικού.
Ενώ το μακροοικονομικό περιβάλλον διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των κανόνων και του πλαισίου μέσα στο οποίο οργανώνονται και πραγματοποιούνται οι παραγωγικές δραστηριότητες, οι φορείς που προσδιορίζουν τι και πως θα παραχθεί είναι οι επιχειρήσεις. Μέσα από την ανάπτυξη οικονομετρικού υποδείγματος, που χρησιμοποιεί δείγμα 206 Ελληνικών επιχειρήσεων, διαπιστώνεται πως οι επιχειρήσεις που επενδύουν περισσότερο σε υλικούς αλλά και σε άυλους πόρους – ανάπτυξη γνώσεων, μάθηση και ανθρώπινο κεφάλαιο - αύξησαν τις τεχνολογικές τους ικανότητες και την απασχόληση που προσφέρουν στη διάρκεια της δεκαετίας του ΄90, στην οποία το επίπεδο της ανεργίας στη χώρα αυξήθηκε σημαντικά. Επιπλέον, σημαντικός ερμηνευτικός παράγοντας αποδεικνύεται η τεχνολογική ένταση – περιεχόμενο του κλάδου δραστηριότητας.
Τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται ευρέως κάποιες έννοιες όπως «νέες τεχνολογί... more Τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται ευρέως κάποιες έννοιες όπως «νέες τεχνολογίες», «καινοτομία», «ανταγωνιστικότητα», «δυναμικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα», «κοινωνία της πληροφόρησης» ή «κοινωνία της γνώσης», «δια βίου εκπαίδευση», «παγκοσμιοποίηση». Το Κεφάλαιο που ακολουθεί αποτελεί μια προσπάθεια αποσαφήνισης πολλών από τα πιο πάνω, μέσα από την κατάδειξη του τρόπου με τον οποίο είναι συνδεδεμένα. Στην συνέχεια, και αφού καταδειχθεί ο ρόλος της καινοτομίας στην προσπάθεια για δημιουργία δυναμικού ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, παρατίθενται κάποια εμπειρικά και στατιστικά δεδομένα για την καινοτομία στην Ελλάδα και γίνεται μια στατιστική ανάλυση δεδομένων καινοτομίας με σύγκριση της χώρας με τις άλλες Ευρωπαϊκές.
Ο στόχος της μελέτης είναι να παρουσιάσει μια ολοκληρωμένη εικόνα των προκλήσεων για την ελληνική... more Ο στόχος της μελέτης είναι να παρουσιάσει μια ολοκληρωμένη εικόνα των προκλήσεων για την ελληνική εθνική ασφάλεια στον 21ο αιώνα. Η μελέτη αποπειράται να περιγράφει το περιφερειακό περιβάλλον ασφαλείας, τον αμυντικό σχεδιασμό της χώρας, τα προβλήματα και τις δυνατότητες της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, τις προγραμματισμένες προμήθειες οπλικών συστημάτων και τις μελλοντικές ανάγκες, το ρόλο της χώρας στην Ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας, τις ασύμμετρες απειλές και προκλήσεις, και τις επιλογές πολιτικής για την Ελλάδα. Ελπίδα και φιλοδοξία μας είναι να συνεισφέρουμε με τρόπο υπεύθυνο και τεκμηριωμένο στη σχετική συζήτηση που διεξάγεται στη χώρα μας.
Papers by Apostolos Rafailidis
Firms constitute open systems in constant, close and dynamic interaction with their environment. ... more Firms constitute open systems in constant, close and dynamic interaction with their environment. They continuously change themselves and, at times, bring changes to their environment. When speaking of organizational change we refer to the ways the existing intra-firm condition changes to a new one and thus we are not referring only to the beginning and end conditions, but also to the transition process itself. If the capability for innovation is crucial and closely related to the capability for organizational change, then the management of the change process could prove an essential element for innovation. This paper is based on empirical research on a sample of Hellenic SMEs active in four industrial sectors: metal products, machines and machinery, electric and electronic devices and, finally, electric and electronic appliances. The focus is on factors having an influence on organizational change efforts, with change being the dependent variable. Using Kotter’s 8-step change model ...
Factors of innovation uptake is analysed in this paper through the metaphorical lens of the "... more Factors of innovation uptake is analysed in this paper through the metaphorical lens of the "price of convenience" (PoC). The PoC model was introduced in (Ng-Kruelle et al., 2002c) and further refined in (Ng-Kruelle et al., 2002a) as a heuristic device to aid understanding of how a user trades personal privacy for the conveniences of mobile technology. This paper builds on our work: - Guided by cultural-historical activity theory, we conduct a socio-technical analysis of a business, social and legislative environment within which we propose a possible method of viewing innovation uptake through the lens of the PoC. - We illustrate how habituation and desensitisation through time affect privacy sensitivity in an individual's "PoC archetypes" and the changing adoption attitude towards types of service/product uptake and the associated behaviour of contracting, initiation and discontinuance decision.
Highlights the main elements of demographic, social, political, and economic development in Greec... more Highlights the main elements of demographic, social, political, and economic development in Greece during the period 1960-2000
Eurasian Business Review, 2015
The relevant literature is conflicted about the direction of causality between innovation and exp... more The relevant literature is conflicted about the direction of causality between innovation and exports. In this paper we attempt to shed light on this relationship by setting a theoretical framework where a two-way causality is hypothesized to exist between these two firm activities. In addition, the role of firm age is highlighted as firms at different stages of their life cycle may face different prospects and constraints and thus develop different strategies to survive and grow. Such differential patterns may be even more intense due to the different knowledge and capabilities portfolio possessed by young and mature firms. Employing a sample of Greek Manufacturing R&D active firms for the year 2010, we estimate a multi-group path analysis for young and mature firms. Even though empirical results do not support the existence of a two-way causality between innovation and export performance, when we account for the moderating role of age it becomes evident that the direction of causality differs between young and mature firms. Also the indirect and direct effect of firms’ R&D stock is confirmed as an intermediate link within the innovation-export nexus.
Total Quality Management & Business Excellence, 2017
Firms’ competencies and competitive advantages erode and are required to continually update and c... more Firms’ competencies and competitive advantages erode and are required to continually update and change through learning. Organisational learning is a prerequisite for the creation and acquisition of knowledge, both catalysts for innovation. There are two processes of learning, exploitation (incremental) and exploration (discontinuous). Organisational excellence can in part be achieved by ambidexterity, that is, by the balanced pursuit of both incremental and discontinuous change by organisations. An ambidextrous organisational culture can be an important factor for a firm’s innovation capability. Thus, factors affecting organisational culture towards learning may advance innovative capability. Quality also plays an important role to knowledge creation and innovation behaviour. Indeed, knowledge management can improve innovation performance via total quality management practices. Quality, then, may serve as a mediator between organisational learning culture and innovation outcomes. Using the Organization's for Economic Cooperation and Development and European Union established criteria for technological intensity, as well as knowledge – intensity criteria, 480 Greek mid-to-high technology and Small and Medium Enterprises (SMEs) were contacted with 54 eventually participating. Statistical analysis (partial least squares-structural equation modeling) confirms the mediating role of the quality competitive capability on the association between exploitation and exploration-oriented organisational cultures and innovation performance. The study is cross-sectional, thus causality of the relationships under investigation cannot be justified. The cultural context should also be considered, since field research was conducted in Greece suffering from deep financial recession. The importance of quality competitive capability, in order to interpret organisational ambidexterity into innovative action in mid-to-high technology Greek SMEs during the financial crisis, guides managerial implications.
Intangible components like knowledge, technological capabilities and skills, constitute a major d... more Intangible components like knowledge, technological capabilities and skills, constitute a major determinant of a firm’s competitiveness and can be viewed as production factors. While keeping – up in technological capabilities presents a challenge for any firm, in cases of firms that are technologically less developed this lack of capabilities presents a major problem. When self – sufficient development of capabilities is not enough to keep – up or catch – up with the competition, firms have to resort to external technology. A main characteristic of technology is that it is based on knowledge. The latter, however, is notoriously hard to transfer; rather, knowledge is a result of learning. This paper empirically studies variables that enhance the probability for successful technological learning through cooperation of Greek firms with foreign partners.
Με το Νόμο (Ν.) 4766/2021 (ΦΕΚ Α’ 8) εγκρίθηκαν με ευρεία πλειοψηφία από τη Βουλή των Ελλήνων (Β... more Με το Νόμο (Ν.) 4766/2021 (ΦΕΚ Α’ 8) εγκρίθηκαν με ευρεία πλειοψηφία από τη Βουλή των Ελλήνων (Β.τ.Ε), τα σχέδια συμβάσεων προμήθειας και εν συνεχεία υποστήριξης [Follow-On-Support (FOS)] των μαχητικών αεροσκαφών (Α/Φ) Rafale, τα οποία προέκυψαν κατόπιν διαπραγματεύσεων με γαλλικές εταιρείες. Η υπόψη θεσμική επιλογή της Κυβέρνησης για αγορά πολεμικών αεροσκαφών προς κάλυψη των αμυντικών αναγκών της Χώρας με αντισυμβαλλόμενους ιδιωτικές εταιρείες [Government-to-Business (G2B)] και όχι κυβερνήσεις [Government-to-Government (G2G)], δεν συνιστά τη συνήθη πρακτική στο προνομιακό -για την εκτελεστική εξουσία- πεδίο των στρατιωτικών εξοπλισμών. Στο παρόν άρθρο μελετάται ex-ante η αποτελεσματικότητα της επιλογής αυτής με έμφαση στο ρυθμιστικό και τυπικό περιεχόμενο του νόμου, με αφετηρία τις μεθοδολογικές βάσεις της Οικονομικής Ανάλυσης του Δικαίου (ΟΑΔ).
Intangible components like knowledge, technological capabilities and skills, constitute a major d... more Intangible components like knowledge, technological capabilities and skills, constitute a major determinant of a firm’s competitiveness and can be viewed as production factors. While keeping – up in technological capabilities presents a challenge for any firm, in cases of firms that are technologically less developed this lack of capabilities presents a major problem. When self – sufficient development of capabilities is not enough to keep – up or catch – up with the competition, firms have to resort to external technology. A main characteristic of technology is that it is based on knowledge. The latter, however, is notoriously hard to transfer; rather, knowledge is a result of learning. This paper empirically studies variables that enhance the probability for successful technological learning through cooperation of Greek firms with foreign partners.
International Journal of Quality and Service Sciences
International Journal of Quality and Service Sciences
Firms’ available technology base and knowledge become ever faster outdated, because of the comple... more Firms’ available technology base and knowledge become ever faster outdated, because of the complexity and speed of evolution of the current business context. Thus, existing competencies and competitive advantages also erode and firms are required to continually update their skills, competencies, technology and knowledge. The capability to pursue and achieve this continuous updating is directly linked to the learning capabilities of organizations. Organizational learning is a prerequisite for the creation and acquisition of knowledge and they are both thought of as antecedents of innovation. In particular, existing literature identifies two distinct processes, i.e. exploitation and exploration learning (March, 1991). Similarly, Senge (1992) defines adaptive (survival) and generative learning in alignment with exploitation and exploration learning, respectively. Adaptive or exploitation learning refers to coping, refinement, selection, production efficiency, implementation and execution, while generative learning promotes creativity and corresponds to exploration learning which comprises flexibility, search, variation, risk taking, experimentation, and discovery. Following this rationale, organizational excellence can be achieved by ambidexterity, referring to the pursuit of both incremental and discontinuous change by organizations (Tushman & O’Reilly, 1996). Ambidextrous organizations have developed the ability to balance between exploitation and exploration learning (He & Wong, 2004). In line with the majority of the existent literature, this study also adopts the contextual ambidexterity view, which favours behavioral and social norms and means to integrate exploitation and exploration at the organizational level (Gibson & Birkinshaw, 2004). Although the link between organizational learning and knowledge is also clear, there is not as much research on factors enhancing firms’ capability to learn. Building on contextual ambidexterity, an organizational culture enabling and encouraging exploitation and exploration learning is thought to be an important factor for a firm’s organizational innovation capability. Thus, there could be linkages between factors affecting organizational culture towards learning, and innovative capability. In addition, quality as a competitive capability plays an important role to knowledge creation and innovation behavior. Under this logic, Yu-Yuan Hung et al. (2010) confirmed that knowledge management acts as a facilitator for improving innovation performance via total quality management practices. Following this pattern, quality may serve as a mediator between organizational learning culture and innovation outcomes.
Uploads
Books by Apostolos Rafailidis
The collapse of the dictatorship in 1974 and Greece's entry into the European Union (EU) in 1980 have led to a consolidation of democratic institutions and the improvement of living standards. During the 1960s and 1970s the country experienced high rates of economic development and relatively low unemployment rates. However, this increase in economic development has slowed since the early 1980s and the unemployment rate has risen, particularly among young people. Consistent with recent social trends in other Western societies, Greek society has become more tolerant and permissive, with more diverse and flexible moral norms. However, the prevailing family model remains traditional and the Greek Orthodox Church continues to have a strong influence on many aspects of Greek society, including social, political, and cultural life. The organization of work also follows traditional patterns, despite the introduction of new and flexible forms of employment. Female participation in the labour market remains relatively low, despite legislation and regulations that promote equality of opportunities between the sexes. Consistent with recent social trends in other Western societies, Greece's population is aging and the birth rate has stabilized at a relatively low level.
Contributors include Ioannis Antonopoulos, Dimitri Economou (University of Thessalia), Evi Fagadaki, Thomas Maloutas (University of Thessalia), Alberto Martinelli, Ioannis Myrizakis, Theodore Papadogonas, Apostolos g. Papadopoulos (University of Ioannina), Roy Panagiotopoulou, Apostolis Rafailidis (economist), Paris Tsartas (University of Aegean), Kostas Yannakopoulos. Elisabeth Allison, Dionisis Balourdos, Nikos Bouzas, Kaliroi Daskalaki, Amalia Frangiskou, Emmy Fronimou, Panayiotis Kafetzis, Roxanne Kaftantzoglou, John Kallas, Chrysa Kappi, Maria Ketsetzopoulou, Helene Kovani, Evdokia Manologlou, Joannis Micheloyiannakis, Aliki Mouriki, Panagiota Papadopoulou, Ioanna Papathanassiou, Christos Papatheodorou, Marina Petronoti, Nikos Sarris, Theoni Stathopoulou, Hara Stratoudaki, Haris Symeonidou, Maria Thanopoulou, Olga Tsakirides, Joanna Tsiganou, Christina Varouxi, Efi Venizelou, and Ersi Zacopoulou are all researchers at the National Centre for Social Research (EKKE).
Αυτό το χαρακτηριστικό της «πολυεθνικής πολυτυπίας» χωρίς να είναι υποχρεωτικά αρνητικό, φανερώνει παρόλα αυτά μια έλλειψη ορθολογισμού στην διαδικασία επιλογής εξοπλιστικών μέσων για τις Ένοπλες Δυνάμεις. Τα κριτήρια που προβάλλονται ως αιτιολόγηση είναι άλλοτε στρατηγικής, άλλοτε πολιτικής, άλλοτε οικονομικής και άλλοτε τεχνικής φύσεως. Ποτέ όμως δεν συνδυάζονται όλα μαζί –και εκεί έγκειται το αρνητικό αυτής της πραγματικότητας.
Η ύπαρξη εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας διέπεται εκ των πραγμάτων από στρατηγικά, πολιτικά, οικονομικά και τεχνικά κριτήρια με αποτέλεσμα, εφόσον όλα συνδυάζονται αρμονικά, να δύναται να παράσχει το βέλτιστο αποτέλεσμα με τον μεγαλύτερο δυνατό έλεγχο επί του τελικού προϊόντος. Αυτό όμως που η εγχώρια αμυντική βιομηχανία δεν μπορεί να προσφέρει είναι ευελιξία στον χρόνο υλοποίησης αφενός λόγω της γενικής έλλειψης βιομηχανικής υποδομής αφετέρου λόγω του βραχυπρόθεσμου σχεδιασμού της ζήτησης. Ο συνδυασμός αυτός των γνωρισμάτων δρα ως φαύλος κύκλος αποτρέποντας την δημιουργία σοβαρής βιομηχανικής υποδομής, σε ορισμένους έστω στρατηγικά επιλεγμένους κλάδους, και περιορίζοντας χρονικά τον αμυντικό σχεδιασμό στο ελάχιστο.
Δεδομένης της τεχνολογίας αιχμής που χαρακτηρίζει τα αμυντικά προϊόντα και του τεχνολογικού επιπέδου της χώρας, ο αρμονικός συνδυασμός όλων των παραπάνω κριτηρίων δεν είναι και ούτε θα μπορούσε να είναι το ζητούμενο. Αυτό όμως που είναι ζητούμενο είναι να προσδιοριστούν: το επίπεδο αμυντικής τεχνολογίας το οποίο είναι ρεαλιστικά εφικτό, οι κατηγορίες προϊόντων που προσφέρουν –και θα προσφέρουν στο μέλλον– επαρκή ζήτηση, οι κατασκευαστικοί τομείς που κρίνονται ως εθνικά κρίσιμοι για τις ανάγκες της χώρας και η δυνατότητα αρμονικής συνεργασίας μεταξύ της ζήτησης (του ελληνικού Δημοσίου) και της προσφοράς (των ελληνικών παραγωγών αμυντικών προϊόντων).
Οι τελικοί αποδέκτες των όποιων ωφελημάτων προκύψουν από την εναρμονισμένη αυτή προσπάθεια θα είναι και οι Ένοπλες Δυνάμεις και οι εθνικοί λογαριασμοί, με άμεσο αντίκτυπο στην ασφάλεια της χώρας. Πολύ σημαντικότερο όμως όφελος και με μακρύτερο ορίζοντα αναμένεται να έχει το πλέγμα συνεργασίας κράτους-παραγωγικών μέσων που τόσο νοσεί σήμερα και σε όλους τους άλλους τομείς όσο και στην άμυνα.
Σε αντίθεση με τις προηγούμενες περιόδους διεθνοποίησης, η σημερινή δεν έχει μια κυρίαρχη μορφή οργάνωσης της παραγωγής. Το δεδομένο αυτό, μαζί με την πολυφωνία στις ακολουθούμενες πολιτικές, δημιουργεί ίσως μια δυνατότητα: χώρες οι οποίες είναι τεχνολογικά λιγότερο ανεπτυγμένες, έχουν τη δυνατότητα να ενταχθούν δυναμικά στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα χωρίς να αφεθούν να γίνουν παραγωγοί προϊόντων χαμηλής προστιθέμενης αξίας, με τη χρήση χαμηλής στάθμης εργασιακού δυναμικού.
Ενώ το μακροοικονομικό περιβάλλον διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των κανόνων και του πλαισίου μέσα στο οποίο οργανώνονται και πραγματοποιούνται οι παραγωγικές δραστηριότητες, οι φορείς που προσδιορίζουν τι και πως θα παραχθεί είναι οι επιχειρήσεις. Μέσα από την ανάπτυξη οικονομετρικού υποδείγματος, που χρησιμοποιεί δείγμα 206 Ελληνικών επιχειρήσεων, διαπιστώνεται πως οι επιχειρήσεις που επενδύουν περισσότερο σε υλικούς αλλά και σε άυλους πόρους – ανάπτυξη γνώσεων, μάθηση και ανθρώπινο κεφάλαιο - αύξησαν τις τεχνολογικές τους ικανότητες και την απασχόληση που προσφέρουν στη διάρκεια της δεκαετίας του ΄90, στην οποία το επίπεδο της ανεργίας στη χώρα αυξήθηκε σημαντικά. Επιπλέον, σημαντικός ερμηνευτικός παράγοντας αποδεικνύεται η τεχνολογική ένταση – περιεχόμενο του κλάδου δραστηριότητας.
Papers by Apostolos Rafailidis
The collapse of the dictatorship in 1974 and Greece's entry into the European Union (EU) in 1980 have led to a consolidation of democratic institutions and the improvement of living standards. During the 1960s and 1970s the country experienced high rates of economic development and relatively low unemployment rates. However, this increase in economic development has slowed since the early 1980s and the unemployment rate has risen, particularly among young people. Consistent with recent social trends in other Western societies, Greek society has become more tolerant and permissive, with more diverse and flexible moral norms. However, the prevailing family model remains traditional and the Greek Orthodox Church continues to have a strong influence on many aspects of Greek society, including social, political, and cultural life. The organization of work also follows traditional patterns, despite the introduction of new and flexible forms of employment. Female participation in the labour market remains relatively low, despite legislation and regulations that promote equality of opportunities between the sexes. Consistent with recent social trends in other Western societies, Greece's population is aging and the birth rate has stabilized at a relatively low level.
Contributors include Ioannis Antonopoulos, Dimitri Economou (University of Thessalia), Evi Fagadaki, Thomas Maloutas (University of Thessalia), Alberto Martinelli, Ioannis Myrizakis, Theodore Papadogonas, Apostolos g. Papadopoulos (University of Ioannina), Roy Panagiotopoulou, Apostolis Rafailidis (economist), Paris Tsartas (University of Aegean), Kostas Yannakopoulos. Elisabeth Allison, Dionisis Balourdos, Nikos Bouzas, Kaliroi Daskalaki, Amalia Frangiskou, Emmy Fronimou, Panayiotis Kafetzis, Roxanne Kaftantzoglou, John Kallas, Chrysa Kappi, Maria Ketsetzopoulou, Helene Kovani, Evdokia Manologlou, Joannis Micheloyiannakis, Aliki Mouriki, Panagiota Papadopoulou, Ioanna Papathanassiou, Christos Papatheodorou, Marina Petronoti, Nikos Sarris, Theoni Stathopoulou, Hara Stratoudaki, Haris Symeonidou, Maria Thanopoulou, Olga Tsakirides, Joanna Tsiganou, Christina Varouxi, Efi Venizelou, and Ersi Zacopoulou are all researchers at the National Centre for Social Research (EKKE).
Αυτό το χαρακτηριστικό της «πολυεθνικής πολυτυπίας» χωρίς να είναι υποχρεωτικά αρνητικό, φανερώνει παρόλα αυτά μια έλλειψη ορθολογισμού στην διαδικασία επιλογής εξοπλιστικών μέσων για τις Ένοπλες Δυνάμεις. Τα κριτήρια που προβάλλονται ως αιτιολόγηση είναι άλλοτε στρατηγικής, άλλοτε πολιτικής, άλλοτε οικονομικής και άλλοτε τεχνικής φύσεως. Ποτέ όμως δεν συνδυάζονται όλα μαζί –και εκεί έγκειται το αρνητικό αυτής της πραγματικότητας.
Η ύπαρξη εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας διέπεται εκ των πραγμάτων από στρατηγικά, πολιτικά, οικονομικά και τεχνικά κριτήρια με αποτέλεσμα, εφόσον όλα συνδυάζονται αρμονικά, να δύναται να παράσχει το βέλτιστο αποτέλεσμα με τον μεγαλύτερο δυνατό έλεγχο επί του τελικού προϊόντος. Αυτό όμως που η εγχώρια αμυντική βιομηχανία δεν μπορεί να προσφέρει είναι ευελιξία στον χρόνο υλοποίησης αφενός λόγω της γενικής έλλειψης βιομηχανικής υποδομής αφετέρου λόγω του βραχυπρόθεσμου σχεδιασμού της ζήτησης. Ο συνδυασμός αυτός των γνωρισμάτων δρα ως φαύλος κύκλος αποτρέποντας την δημιουργία σοβαρής βιομηχανικής υποδομής, σε ορισμένους έστω στρατηγικά επιλεγμένους κλάδους, και περιορίζοντας χρονικά τον αμυντικό σχεδιασμό στο ελάχιστο.
Δεδομένης της τεχνολογίας αιχμής που χαρακτηρίζει τα αμυντικά προϊόντα και του τεχνολογικού επιπέδου της χώρας, ο αρμονικός συνδυασμός όλων των παραπάνω κριτηρίων δεν είναι και ούτε θα μπορούσε να είναι το ζητούμενο. Αυτό όμως που είναι ζητούμενο είναι να προσδιοριστούν: το επίπεδο αμυντικής τεχνολογίας το οποίο είναι ρεαλιστικά εφικτό, οι κατηγορίες προϊόντων που προσφέρουν –και θα προσφέρουν στο μέλλον– επαρκή ζήτηση, οι κατασκευαστικοί τομείς που κρίνονται ως εθνικά κρίσιμοι για τις ανάγκες της χώρας και η δυνατότητα αρμονικής συνεργασίας μεταξύ της ζήτησης (του ελληνικού Δημοσίου) και της προσφοράς (των ελληνικών παραγωγών αμυντικών προϊόντων).
Οι τελικοί αποδέκτες των όποιων ωφελημάτων προκύψουν από την εναρμονισμένη αυτή προσπάθεια θα είναι και οι Ένοπλες Δυνάμεις και οι εθνικοί λογαριασμοί, με άμεσο αντίκτυπο στην ασφάλεια της χώρας. Πολύ σημαντικότερο όμως όφελος και με μακρύτερο ορίζοντα αναμένεται να έχει το πλέγμα συνεργασίας κράτους-παραγωγικών μέσων που τόσο νοσεί σήμερα και σε όλους τους άλλους τομείς όσο και στην άμυνα.
Σε αντίθεση με τις προηγούμενες περιόδους διεθνοποίησης, η σημερινή δεν έχει μια κυρίαρχη μορφή οργάνωσης της παραγωγής. Το δεδομένο αυτό, μαζί με την πολυφωνία στις ακολουθούμενες πολιτικές, δημιουργεί ίσως μια δυνατότητα: χώρες οι οποίες είναι τεχνολογικά λιγότερο ανεπτυγμένες, έχουν τη δυνατότητα να ενταχθούν δυναμικά στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα χωρίς να αφεθούν να γίνουν παραγωγοί προϊόντων χαμηλής προστιθέμενης αξίας, με τη χρήση χαμηλής στάθμης εργασιακού δυναμικού.
Ενώ το μακροοικονομικό περιβάλλον διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των κανόνων και του πλαισίου μέσα στο οποίο οργανώνονται και πραγματοποιούνται οι παραγωγικές δραστηριότητες, οι φορείς που προσδιορίζουν τι και πως θα παραχθεί είναι οι επιχειρήσεις. Μέσα από την ανάπτυξη οικονομετρικού υποδείγματος, που χρησιμοποιεί δείγμα 206 Ελληνικών επιχειρήσεων, διαπιστώνεται πως οι επιχειρήσεις που επενδύουν περισσότερο σε υλικούς αλλά και σε άυλους πόρους – ανάπτυξη γνώσεων, μάθηση και ανθρώπινο κεφάλαιο - αύξησαν τις τεχνολογικές τους ικανότητες και την απασχόληση που προσφέρουν στη διάρκεια της δεκαετίας του ΄90, στην οποία το επίπεδο της ανεργίας στη χώρα αυξήθηκε σημαντικά. Επιπλέον, σημαντικός ερμηνευτικός παράγοντας αποδεικνύεται η τεχνολογική ένταση – περιεχόμενο του κλάδου δραστηριότητας.
firm activities. In addition, the role of firm age is highlighted as
firms at different stages of their life cycle may face different prospects and constraints and thus develop different strategies
to survive and grow. Such differential patterns may be even more intense due to the different knowledge and capabilities portfolio possessed by young and old firms. Employing a
sample of Greek Manufacturing R&D active firms we estimate a multi-group path analysis for young and old firms. Even though empirical results do not support the existence of a two-way causality between innovation and export performance, when we account for the moderating role of age it becomes evident
that the direction of causality differs between young and old firms. Also the indirect and direct effect of firms’ R&D stock is confirmed as an intermediate link within the innovation-export nexus.
This paper uses constructed variables as proxies for three main kinds of firm capabilities (strategic, internal and external) in order to reach some preliminary conclusions as to which of these appear to be more closely associated with successful innovation efforts. To this end, 33 Hellenic manufacturing SMEs are studied through questionnaires and the results show that the availability and quality of the capabilities studied appears to be statistically significant for success in innovation. External capabilities are found to be extremely significant for this sample of firms.
business environment change (especially innovation) is a prerequisite for pursuing and accomplishing strategic goals directed at creating strategic competitiveness and at
performance improvements. It is the creation and development of suitable dynamic capabilities, however, that may actually enable and / or induce innovativeness in the long run.
Despite the importance of change and transformation within firms, there remain considerable conceptual difficulties that need to be addressed.
The paper is an attempt to review and synthesize relevant existing theory, so as to locate possible commonalities of dynamic capabilities of differing firms. Second, through ongoing
empirical research, the paper draws on data from a sample of Greek SMEs.
The goal is to create construct variables – factors that will reflect possible existing commonalities between dynamic capabilities. These are statistically studied to see whether there are any statistically significant correlations with success in change and
innovation efforts of the sample of firms. To this end, the non – parametric Kolmogorov – Smirnov Z test is used.
The paper focuses at examining dynamic capabilities in relation with innovativeness. Any relationship between dynamic capabilities and firm performance (mainly financial) is
indirect with the intermediate step being efforts for change and innovation, since the latter is the main outcome of successful strategic business choices and resultant competitive
advantage. In this way, the tautology pointed out in the literature between dynamic capabilities and competitive advantage can be bypassed.