utilitariste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]utilitariste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- (φιλοσοφία) που αφορά ή τηρεί τη θεωρία του ωφελιμισμού
utilitariste (fr) αρσενικό ή θηλυκό